Ρινοπλαστική: Ποια προβλήματα μπορεί να επιλύσει;
Μια ρινοπλαστική δεν γίνεται πάντα για αισθητικούς λόγους. Πολλές φορές υπάρχουν λειτουργικές αιτίες, που επιτάσσουν το συγκεκριμένο χειρουργείο. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι σημαντικό να υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στο λειτουργικό και στο αισθητικό αποτέλεσμα.
Ένας από τους βασικούς συνδυασμούς επεμβάσεων στη μύτη είναι η διόρθωση του στραβού διαφράγματος με τη ρινοπλαστική.
«Στις μέρες μας είναι εφικτό σε ένα χειρουργείο να επιλυθούν όλα τα προβλήματα της μύτης, τόσο τα αισθητικά όσο και τα λειτουργικά», επισημαίνει η Ωτορινολαρυγγολόγος, Χειρουργός Κεφαλής Τραχήλου, Παιδο-ΩΡΛ και επιστημονική συνεργάτης του Νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ-ΜΗΤΕΡΑ Ανατολή Παταρίδου.
«Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι το ευ ζην εξαρτάται από την καλή αναπνοή από τη μύτη. Τη μύτη, αυτό το τόσο παρεξηγημένο όργανο, με το οποίο οι ασθενείς συνηθίζουν να ασχολούνται κυρίως για αισθητικούς λόγους, όταν θεωρούν, για παράδειγμα, ότι ένα διαφορετικό σχήμα θα τους κολάκευε περισσότερο. Αρκετοί ασθενείς, που απευθύνονται στον ωτορινολαρυγγολόγο για το θέμα της μύτης τους, ενδιαφέρονται για την αλλαγή του σχήματος. Αλλά τι θα έλεγαν αυτοί οι ασθενείς, αν μάθαιναν από έναν εξειδικευμένο ωτορινολαρυγγολόγο, ότι πέρα από το θέμα της εμφάνισης, θα μπορούσαν σε ένα χειρουργείο να επιλύσουν όλα τα προβλήματα της μύτης, τόσο αισθητικά όσο και λειτουργικά;».
Η μύτη είναι ένα πολύ σημαντικό όργανο, που φιλτράρει τον αέρα που αναπνέουμε από σκόνες, εισερχόμενους ιούς και μικρόβια. Θερμαίνει τον αέρα, τον υγραίνει και στη συνέχεια τον στέλνει έτοιμο στους πνεύμονες για… «κατανάλωση». Γι’ αυτό και από κάποιους χαρακτηρίζεται χαριτολογώντας το κλιματιστικό του οργανισμού μας.
Σύμφωνα με την κα Παταρίδου, ωστόσο, η λειτουργία της μύτης επηρεάζεται άμεσα από το στραβό διάφραγμα, τους ρινικούς πολύποδες ή και τις υπερτροφικές κόγχες, έχοντας ως αποτέλεσμα την μειωμένη οξυγόνωση του οργανισμού μας.
«Πολλοί ασθενείς, λοιπόν, παραπονιούνται για ζαλάδα, βαρύ κεφάλι, κούραση και θολούρα. Εξαιτίας αυτών των συμπτωμάτων δυσκολεύονται στην καθημερινότητά τους, στο σχολείο, στη δουλειά, στην κοινωνική τους ζωή. Ένα ακόμη βασικό χαρακτηριστικό αυτής της κατάστασης είναι ότι δεν κοιμούνται καλά, γεγονός που τους προκαλεί – και δικαίως – εκνευρισμό και κακή διάθεση», αναφέρει η ωτορινολαρυγγολόγος, χειρουργός κεφαλής – τραχήλου.
Και προσθέτει: «Δεν είναι λίγοι οι ασθενείς, που δεν αντιλαμβάνονται πως δεν αναπνέουν όσο καλά θα έπρεπε, θεωρώντας πως η δυσκολία αυτή οφείλεται σε έλλειψη ξεκούρασης ή σε έντονο στρες, απλά και μόνο επειδή τόσο καιρό έχουν συνηθίσει να ζουν με αυτό τον τρόπο.
Τα περισσότερα άτομα, που αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους συμπτώματα, στρέφονται προς την εύκολη λύση, τα αγγειοσυσπαστικά σπρέι. Αυτά ναι, μεν, δίνουν μια προσωρινή λύση, αλλά, από την άλλη, η χρήση τους πρέπει να γίνεται για περιορισμένο χρονικό διάστημα, αλλιώς μπορεί να προκαλέσουν εξάρτηση».
Το στραβό διάφραγμα
Σε αρκετές περιπτώσεις, πάντως, οι ασθενείς θα έπρεπε να αναρωτηθούν μήπως για την κακή αναπνοή από τη μύτη δεν φταίει μόνο το στραβό διάφραγμα και άρα η επέμβαση για τη διόρθωση του διαφράγματος πρέπει να συνδυαστεί με λειτουργική ρινοπλαστική.
Το θέμα αποτέλεσε, μεταξύ άλλων, το αντικείμενο ενός Master Course στη Ρινοπλαστική, που έγινε πριν από λίγες μέρες στην Κρεμόνα της Ιταλίας και το παρακολούθησαν διακεκριμένοι επιστήμονες από την Ελλάδα και από άλλες χώρες της Ευρώπης.
Τι, ακριβώς, όμως, είναι το στραβό διάφραγμα; Το ρινικό διάφραγμα είναι το διαχωριστικό τοίχωμα μεταξύ των δύο ρουθουνιών και αποτελείται από ένα οστέινο και ένα χόνδρινο τμήμα. Όταν είναι στραβό, εμποδίζει τη δίοδο του αέρα μέσω της μύτης. Το αποτέλεσμα – πέρα από το γνωστό μπούκωμα, το οποίο ο ασθενής το συνηθίζει και εξοικειώνεται, γιατί δεν έχει συγκριτικό μέτρο – είναι να εγκαθίστανται συμπτώματα όπως κούραση, πονοκέφαλος, συχνός ξηρός βήχας, προβλήματα με τα αυτιά και άλλα.
«Έχω χειρουργήσει πολλούς ασθενείς, που έπασχαν από κρίσεις πανικού και είχαν στραβό διάφραγμα και λένε ότι τώρα καταλαβαίνουν ότι δεν ήταν άγχος, αυτό που ένιωθαν, αλλά έλλειψη αέρα», λέει η κα Παταρίδου χαρακτηριστικά.
Στον αντίποδα, μία, ακόμη, σημαντική παράμετρος, που αξίζει να αναφερθεί, είναι εκείνοι οι ασθενείς, οι οποίοι θέλουν να κάνουν ρινοπλαστική μόνο για αισθητικούς λόγους.
«Αυτοί οι ασθενείς έχουν σε μεγάλο ποσοστό προσδοκίες, οι οποίες μπορεί και να μην πραγματοποιούνται. Γιατί πηγάζουν από προβλήματα, που υπάρχουν στην σχέσεις που έχουν με τον εαυτό τους και με τις ισορροπίες τους γενικότερα. Γι’ αυτό και τέτοιες περιπτώσεις θέλουν πολύ μεγάλη προσοχή στην αξιολόγηση και στην διαχείρισή τους», υπογραμμίζει η ειδικός, η οποία αξιολογεί ως πολύ σημαντική την διεπιστημονική συνεργασία, με γιατρούς διαφορετικών ειδικοτήτων, προκειμένου να υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στο λειτουργικό και στο αισθητικό αποτέλεσμα.
Σύγχρονη χειρουργική αντιμετώπιση
Η ολοκληρωμένη αξιολόγηση όλων των σημείων στο εσωτερικό της μύτης είναι απαραίτητη. Στη δυσκολία της ρινικής αναπνοής μπορεί να συμμετέχουν το ρινικό διάφραγμα, οι κάτω ρινικές κόγχες, ενώ προβλήματα μπορεί να υπάρχουν από αλλεργίες ή από πολύποδες.
Οι νέες τεχνολογίες είναι άκρως βοηθητικές σε τέτοιου είδους χειρουργεία. Η χρήση των ενδοσκοπίων και του φωτισμού δίνουν πλήρη εικόνα στον γιατρό, χωρίς να χρειάζονται εξωτερικές τομές. Με αυτό τον τρόπο δίνεται η δυνατότητα στον ειδικό χειρουργό να εντοπίσει οποιαδήποτε παθολογία, όπως στραβό διάφραγμα, πολύποδες, υπερτροφικές κόγχες ακόμα και ιγμορίτιδα, και να διορθωθούν όλα στο ίδιο χειρουργείο.
«Επιπλέον οι νέες τεχνικές, σε συνδυασμό με την χρήση μοσχευμάτων, προσφέρουν οριστική λύση σε ασθενείς, που έχουν ένα κάνει παλιότερα ένα αποτυχημένο χειρουργείο διαφράγματος. Οι ασθενείς μπερδεύονται πολλές φορές και θεωρούν ότι μια εξωτερική παραμόρφωση της μύτης είναι σίγουρο ότι προκαλεί και προβλήματα στην αναπνοή. Αυτό δεν ισχύει πάντα και πρέπει να εξεταστεί από τον ωτορινολαρυγγολόγο. Εφόσον κριθεί απαραίτητο από τον γιατρό, η παραμόρφωση θα διορθωθεί με λειτουργική ρινοπλαστική, γεγονός που θα συνδράμει στο λειτουργικό αλλά και στο αισθητικό κομμάτι της μύτης. Έτσι ο ασθενής αποκτά μια μύτη τόσο συμμετρική, όσο και λειτουργική», καταλήγει η επιστημονική συνεργάτης του Νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ-ΜΗΤΕΡΑ.
Η ενδοσκοπική χειρουργική χαρίζει στον ασθενή σημαντικά πλεονεκτήματα και μετά την επέμβαση. Δεν πονάει, δεν μελανιάζει, δεν πρήζεται κι έτσι μειώνεται αισθητά ο χρόνος αποκατάστασής του.