Πρέπει οι έφηβοι να υποβάλλονται σε ρινοπλαστική;
Σημαντική αύξηση των πλαστικών επεμβάσεων σε εφήβους έχει καταγραφεί τα τελευταία χρόνια, γεγονός που εν μέρει οφείλεται στην εποχή που διανύουμε, εκείνη των selfies και της συνεχούς παρουσίας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Σύμφωνα με έρευνα της Αμερικανικής Εταιρείας Πλαστικών Χειρουργών, στις ΗΠΑ το 2017 πραγματοποιήθηκαν 229.000 κοσμητικές επεμβάσεις σε άτομα ηλικίας 13 έως 19 ετών. Ωστόσο, πολύ λίγες ήταν οι οδηγίες για την ασφαλή διεξαγωγή τέτοιων επεμβάσεων σε εφήβους. Μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Σεπτέμβρη στο περιοδικό Plastic and Reconstructive Surgery το επίσημο επιστημονικό περιοδικό της Αμερικανικής Εταιρείας Πλαστικών Χειρουργών (American Society of Plastic Surgeons), σχετικά με τη χειρουργική επέμβαση σε άτομα ηλικίας κάτω των 19 ετών σηματοδοτεί για πρώτη φορά την ανάγκη της Εταιρείας να επικοινωνήσει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να θεραπευτούν με ασφάλεια οι έφηβοι ασθενείς.
«Τα εφηβικά χρόνια είναι μια εποχή αναμονής και προσδοκιών, μια εποχή που οι νεαροί διαμορφώνουν την προσωπικότητά τους και κοινωνικοποιούνται. Ωστόσο, βιώνουν και σημαντική πίεση από τους συνομηλίκους τους. Τα πάντα τίθενται υπό αμφισβήτηση, γεγονός που ενδεχομένως να παίξει σημαντικό ρόλο στην αυτοπεποίθηση, την αυτοεκτίμησή τους και τον τρόπο με τον οποίο αντιδρούν στις κοινωνικές επιρροές. Όταν λοιπόν η πηγή του προβλήματός τους είναι κάποια σωματική δυσμορφία, καταφεύγουν, με την υποστήριξη των κηδεμόνων τους, σε χειρουργούς, προκειμένου να τη βελτιώσουν και να απαλλαχθούν από την αμηχανία που τους προκαλεί», εξηγεί ο πλαστικός χειρουργός προσώπου – ΩΡΛ Δρ. Γεώργιος Μοιρέας.
Οι πρόσφατες κατευθυντήριες οδηγίες εγκρίνουν ορισμένες μορφές πλαστικής χειρουργικής για τους εφήβους, μεταξύ άλλων και τη ρινοπλαστική. Πότε, όμως, ενδείκνυται η πραγματοποίηση ρινοπλαστικής; Πότε οι έφηβοι είναι έτοιμοι για την επέμβαση; Ποιες οι επιπτώσεις της;
«Είναι κατανοητό ότι μια μύτη που δεν είναι ελκυστική και αρμονική με το υπόλοιπο πρόσωπο επειδή έχει μεγάλο ύβο, είναι στραβή, φαρδιά, παραμορφωμένη, δύναται να προκαλέσει ακόμα και σοβαρό άγχος κατά την εφηβεία. Ωστόσο, η επέμβαση για τη διόρθωσή της δεν ενδείκνυται για όλους τους νεαρούς, παρά μόνο για εκείνους που είναι συναισθηματικά ώριμοι. Η ψυχολογική ετοιμότητα είναι από τους κύριους παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη ώστε να αποφασιστεί η πραγματοποίηση της ρινοπλαστικής. Αν και η υγιής ψυχική συμπεριφορά είναι απαραίτητη σε κάθε ηλικία, όταν τίθεται θέμα αισθητικής επέμβασης στην εφηβεία είναι ακόμα πιο καταλυτική. Η επικοινωνία γιατρού-ασθενή, προκειμένου να διαπιστωθούν οι ρεαλιστικές προσδοκίες και η επίδραση που θα έχει η επέμβαση στη ζωή του εφήβου, πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό μέλημα όλων. Ο έφηβος θα πρέπει να έχει κατασταλάξει ότι επιθυμεί την επέμβαση λόγω εσωτερικών κινήτρων και όχι λόγω εξωγενών καταστάσεων που βιώνει, οι οποίες ίσως να μην υφίστανται σε μερικούς μήνες ή λίγα χρόνια μετά».
Επίσης, ο σωστός χρόνος πραγματοποίησης της ρινοπλαστικής είναι ιδιαίτερης σημασίας, δεδομένου ότι στην εφηβεία συντελούνται πολλές φυσικές αλλαγές. Για παράδειγμα οι ρινικοί κόλποι των εφήβων συνεχίζουν να μεγαλώνουν, όπως και το πηγούνι, η μύτη αλλάζει σχήμα, οδηγώντας σε αλλαγές που ενδεχομένως να είναι αρμονικές αργότερα. «Μια επέμβαση στο διάφραγμα προτού ολοκληρωθεί η ανάπτυξη του εφήβου μπορεί να οδηγήσει σε δυσμορφία. Ο χειρουργός μπορεί, λόγω της εμπειρίας του σε συνεργασία με τον υποψήφιο και το περιβάλλον του να αξιολογήσει την ανάπτυξη του εφήβου και να προσδιοριστεί έτσι ο κατάλληλος χρόνος διεξαγωγής της πλαστικής επέμβασης. Η πρόσφατη δημοσίευση στο Plastic and Reconstructive Surgery επιβεβαιώνει ότι στην περιοχή διεξαγωγής της έρευνας η ρινοπλαστική θα πρέπει να αναβάλλεται μέχρι την ηλικία των 15-17 ετών για τα κορίτσια και των 16-18 ετών για τα αγόρια, όταν πια η μύτη και τα οστά του προσώπου σταματήσουν να αναπτύσσονται. Λαμβάνοντας υπόψη ότι σε διάφορες περιοχές του πλανήτη υπάρχει και διαφορετική ηλικία ολοκλήρωσης της σωματικής ανάπτυξης θα λέγαμε ότι στην πράξη η γενική οδηγία είναι να υπάρχει ένα χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός έτους από την τελευταία φορά που ψήλωσε ο υποψήφιος. Υπάρχουν βέβαια και ορισμένες περιπτώσεις που η ρινοπλαστική θα πρέπει να γίνει σε νεότερη ηλικία, όπως σε ορισμένα παιδιά με λαγόχειλο ή άλλα προβλήματα όταν μπορεί να οδηγήσουν σε καθυστερημένη ανάπτυξη», διευκρινίζει ο Δρ. Μοιρέας.
Ένα άλλο σημείο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι ο χρόνος ανάρρωσης. Η αρχική περίοδος μετά την ρινοπλαστική μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τον έφηβο, δεδομένου ότι απαιτεί περίοδο αποθεραπείας μίας εβδομάδας, κατά την οποία θα πρέπει να απουσιάσει από το σχολείο, γεγονός που θα μπορούσε να επηρεάσει τις επιδόσεις του, ιδιαίτερα όταν προετοιμάζεται για το επόμενο εκπαιδευτικό στάδιο. Ο πόνος, όμως, δεν είναι η αιτία της απουσίας, όπως συχνά ανησυχούν γονείς και ασθενείς. Σύμφωνα με τον Δρ. Μοιρέα, οι ασθενείς δεν νοιώθουν πόνο ούτε ασφαλώς κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης, ούτε και μετεγχειρητικά. Ακόμα κι αν προκύψει κάποια ενόχληση, δεν είναι πόνος αλλά μία ήπια αίσθηση βάρους στο πρόσωπο.
Πριν από την επέμβαση θα πρέπει να ληφθεί, επίσης, υπόψη η μετεγχειρητική παρουσία ενός μικρού νάρθηκα επί μία εβδομάδα και εκχυμώσεων για περίπου 2 εβδομάδες. Παρότι στην πράξη μπορεί κάποιος και με τον νάρθηκα να παρακολουθήσει χωρίς κανένα πρόβλημα τις δραστηριότητες «γραφείου» ορισμένες φορές υπάρχουν άλλοι εξωγενείς παράγοντες για τους οποίους η επέμβαση ενδεχομένως να πρέπει να προγραμματιστεί σε περίοδο που μπορεί να γίνει απομάκρυνση του εφήβου από τις υποχρεώσεις του για τις δύο αυτές εβδομάδες χωρίς να έχει επιπτώσεις.
«Το πλεονέκτημα της πραγματοποίησης μιας ρινοπλαστικής σε νεαρή ηλικία είναι η καλή υγεία του ασθενή και η ταχύτερη ανάρρωσή του. Επιπλέον, εάν η άσχημη μύτη προκαλεί αναστολές και κακή ψυχολογία, όσο πιο γρήγορα διορθωθεί τόσο πιο γρήγορα θα απαλλαγεί ο έφηβος απ’ αυτά και τόσο καλύτερα και περισσότερο θα απολαύσει τη ζωή του. Ωστόσο, στην εφηβεία τα παιδιά είναι παρορμητικά. Γι’ αυτό η απόφαση για μια αλλαγή στην εμφάνιση θα πρέπει να γίνει με σύνεση, κατόπιν ώριμης σκέψης, για τους σωστούς λόγους. Η απόφαση αυτή θα πρέπει να είναι δική τους, και όχι παρότρυνση ενδεχομένως των πιεστικών φίλων ή γονέων τους. Συνεπώς, αν ο έφηβος δεν έχει λογικό κίνητρο, συναισθηματική ωριμότητα ή την απαραίτητη σωματική ανάπτυξη, θα πρέπει να περιμένει και να επανεξετάσει την πραγματοποίηση της ρινοπλαστικής στο μέλλον. Στην τελική απόφαση θα πρέπει να συνυπολογιστεί και η εύρεση ενός γιατρού που επιθυμεί να βοηθήσει τους έφηβους να αντιμετωπίσουν το αισθητικό τους πρόβλημα και έχει την πείρα να το πράττει», καταλήγει ο Δρ. Γεώργιος Μοιρέας.
Επιμέλεια: Σοφία Ανδρέου