Πότε εφαρμόζεται η επιλογή του φύλου στην εξωσωματική;

Πότε εφαρμόζεται η επιλογή του φύλου στην εξωσωματική;

Μπορεί ένας υποψήφιος γονιός να διαλέξει το φύλο του παιδιού του; Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό. Απασχολεί ολοένα περισσότερα ζευγάρια που είτε διότι έχουν αδυναμία στο ένα φύλο είτε διότι επιθυμούν να προσθέσουν στην οικογένειά τους παιδί του αντίθετου φύλου, ζητούν τη δυνατότητα της επιλογής.

Απάντηση σε αυτό, όμως, δεν μπορεί να δοθεί με ένα «ναι» ή «όχι», διότι εξαρτάται από το αν συντρέχουν ιατρικοί λόγοι και, βεβαίως, από τη χώρα όπου βρίσκεται κανείς, επισημαίνει ο Βασίλειος Αθανασίου MD, Ph.D. Μαιευτήρας – Χειρουργός Γυναικολόγος Επιστημονικός Διευθυντής του Κέντρου Εξωσωματικής Αθηνών www.ivfathenscenter.gr  και προσθέτει:

«Αν και φαντάζει δύσκολο, η διαδικασία επιλογής του φύλου ενός εμβρύου είναι όμοια με έναν κλασικό κύκλο εξωσωματικής γονιμοποίησης με εμβρυομεταφορά στο στάδιο της βλαστοκύστης, με εξαίρεση το ότι περιλαμβάνει τη βιοψία των εμβρύων στο εμβρυολογικό εργαστήριο με την τεχνική της προεμφυτευτικής διάγνωσης (PGD) και τον καθορισμό του φύλου τους.

Η προεμφυτευτική διάγνωση ξεκίνησε να εφαρμόζεται καθαρά για τον αποκλεισμό εμβρύων με χρωμοσωμικές ανωμαλίες και γενετικές ασθένειες, ούτως ώστε να μεταφέρονται στη μήτρα της γυναίκας μόνο τα υγιή έμβρυα, και όχι για να μπορούν οι γονείς να «παραγγείλουν» τα παιδιά τους. Εδώ ακριβώς έγκειται και το ηθικό ζήτημα της επιλογής του φύλου: δε μπορείς να αποκλείσεις σαφώς στους γονείς, οι οποίοι επενδύουν σωματικά, ψυχικά και οικονομικά στην εξωσωματική,  το δικαίωμα της επιλογής, ωστόσο που ξεπερνάται το όριο αυτό και που αρχίζει το φύλο του παιδιού να γίνεται αυτοσκοπός;».

«Βεβαίως» σημειώνει ο κ. Αθανασίου υπάρχουν περιπτώσεις όπου η προεμφυτευτική διάγνωση και ο καθορισμός του φύλου δεν είναι προαιρετικές διαδικασίες, αλλά απαραίτητες. Τέτοια περίπτωση είναι, λ.χ., όταν υπάρχει κληρονομούμενη ασθένεια που συνδέεται και μεταφέρεται με το φύλο, όπως η αιμορροφιλία κατά την οποία νοσούν μόνο τα αγόρια ενώ τα κορίτσια απλά μεταφέρουν το κληρονομομούμενο γονίδιο χωρίς όμως να αρρωσταίνουν. Σε περίπτωση ιστορικού αιμορροφιλίας, η γυναίκα πρέπει να κυοφορήσει μόνο κορίτσια για να εξασφαλισθεί ότι θα αποκτήσει υγιές παιδί.

Όταν δεν τίθεται θέμα ιατρικού λόγου, η επιλογή του φύλου λαμβάνει διαστάσεις καθαρά κοινωνικές και περισσότερο πολύπλοκες. Η γονική αγάπη πρέπει να δίνεται απόλυτα και ανεπιφύλακτα και η αποδοχή των παιδιών από τους γονείς δεν πρέπει να βασίζεται στο φύλο. Επιπλέον υπάρχει ο κίνδυνος ότι θα δημιουργηθούν προκαταλήψεις υπέρ του ενός ή του άλλου φύλου (π.χ. θα γεννιούνται περισσότερα αγόρια, λιγότερα κορίτσια), ειδικά σε χώρες όπου τα αρσενικά θεωρούνται παραδοσιακά «ανώτερα» από τα θηλυκά. Στις ΗΠΑ μάλιστα υπάρχει η εκτίμηση ότι τα κορίτσια προτιμώνται σε ποσοστό 80% έναντι των αγοριών, όταν δίνεται το δικαίωμα επιλογής!

Όσοι είναι εναντίον της επιλογής του φύλου παρουσιάζουν ως πρόσθετο επιχείρημα την ανησυχία ότι η δυνατότητα αυτή αποτελεί το πρώτο βήμα για την δημιουργία μωρών «κατά παραγγελία», δηλαδή με τα χαρακτηριστικά (χρώμα ματιών, μαλλιών, νοητικές ικανότητες κ.λπ) που οι γονείς θα προτιμούν. Αυτό με επιστημονικούς όρους αναφέρεται ως Ευγονία ή Ευγονική και παρ’ ότι είναι υπερβολικό να φτάσουμε ως εκεί, δεν είναι λίγοι οι γονείς που το έχουν σκεφτεί για τους απογόνους τους».

Στην Ελλάδα, όπως και στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, ο νόμος επιτρέπει την επιλογή του φύλου μόνο για ιατρικούς και όχι για κοινωνικούς λόγους, οδηγώντας πολλά ζευγάρια στην Αμερική όπου οι νόμοι είναι πιο ελαστικοί. Αξιοσημείωτο είναι ότι σε κάποιες χώρες, όπως η Αγγλία, η νομοθεσία αρχικά επέτρεπε την επιλογή φύλου για κοινωνικούς λόγους αλλά αργότερα την απαγόρευσε.

«Η γονιμοποίηση και η γέννηση ενός παιδιού» καταλήγει ο κ. Αθανασίου «είναι και θα παραμείνουν από τις καλύτερες και πιο χαρμόσυνες ίσως εκπλήξεις της ζωής που μπορεί να απολαύσει ένα ζευγάρι και αυτό που πραγματικά έχει σημασία είναι να γεννηθεί ένα υγιές παιδί, ανεξάρτητα από το αν τα ρουχαλάκια που θα φορέσει θα έχουν χρώμα ροζ ή μπλε…».