Πως επιδρούν οι μαθησιακές δυσκολίες στην καθημερινή ζωή των παιδιών
Οι μαθησιακές δυσκολίες είναι μια σειρά διαταραχών, οι οποίες επηρεάζουν την ικανότητα των παιδιών να ερμηνεύουν αυτό που ακούνε ή βλέπουν και να συνδέουν πληροφορίες από διαφορετικά μέρη του εγκεφάλου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα παιδιά να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο χειρισμό του γραπτού και προφορικού λόγου, σε μαθηματικούς υπολογισμούς, στο συντονισμό, στον αυτοέλεγχο και στην προσοχή.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, τουλάχιστον το 5-10% των μαθητών έχει μαθησιακές δυσκολίες και εκτιμάται ότι είναι τέσσερις φορές περισσότερα τα αγόρια από τα κορίτσια. Οι μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζονται στα παιδιά πολύ νωρίς, αλλά αναγνωρίζονται με τη φοίτησή τους στο σχολείο. Τα παιδιά αυτά έχουν μεν φυσιολογική νοημοσύνη, παρουσιάζουν δε σοβαρή απόκλιση μεταξύ των νοητικών τους ικανοτήτων και της σχολικής τους επίδοσης. Δηλαδή, παρόλο που είναι έξυπνα παιδιά, η σχολική τους επίδοση είναι συνήθως χαμηλή, έστω κι εάν μελετούν όσες ώρες απαιτούνται για το επίπεδο ή την τάξη τους.
Τα παιδιά με αυτές τις δυσκολίες παρουσιάζουν συνήθως χαμηλή αυτοεικόνα και αυτοεκτίμηση, που σε στιγμές συναισθηματικής φόρτισης ενδέχεται να διατυπωθεί και λεκτικά («Δεν αξίζω τίποτε»). Εμφανίζουν παλινδρόμηση σε πρώιμα στάδια της ανάπτυξης και εκδήλωση ανώριμης έως και «μωρουδίστικης» συμπεριφοράς.
Παράλληλα, έχουν τάσεις φυγής από τα «δύσκολα» καθήκοντα, προκειμένου να αποφευχθεί το άγχος που συνοδεύει τις αρνητικές εμπειρίες και ματαιώσεις. «Δεν θέλω να διαβάσω!» φωνάζουν τα παιδιά στους γονείς.
Οι γονείς πρέπει να δώσουν προσοχή στην ανάπτυξη φοβικών αντιδράσεων, που μπορεί να ξεκινήσει ως δυσφορία για τη μελέτη αρχικά, απέχθεια για το σχολείο, τους δασκάλους και τους συμμαθητές στη συνέχεια και να εξελιχθεί έως τη σχολική άρνηση. «Δεν ξαναπάω σχολείο, σου λέω» λένε τα παιδιά στους γονείς. Μάλιστα δεν αποκλείεται να σωματοποιηθεί η δυσφορία που νιώθουν τα παιδιά και να εμφανίσουν στομαχόπονο, κράμπες, πονοκέφαλο, διάρροια, συχνή ενούρηση, νυχτερινή ενούρηση, χωρίς να υπάρχει ιατρική αιτιολογία.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες ενδέχεται να παρουσιάσουν παθητικότητα συνδυασμένη με επιθετικότητα, προκειμένου να διαχειριστούν και να εκτονώσουν το θυμό τους. «Γιατί θύμωσες; Δεν έκανα τίποτε!» λέει ένα παιδί απευθυνόμενο στον έξαλλο γονιό που το παρατηρεί να παίζει επί μία ώρα με το μανίκι του.
Άλλο ένα χαρακτηριστικό των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες είναι η παθητικότητα που εξελίσσεται σε εξάρτηση, προκειμένου να αποφύγουν αρχικά ενδεχόμενες αποτυχίες και δυσάρεστα συναισθήματα. Μια τέτοια στάση, ωστόσο, γίνεται στην πορεία τρόπος ζωής. Αποφεύγουν να παίρνουν πρωτοβουλίες, να συμμετέχουν σε παιχνίδια και συζητήσεις, να δημιουργούν σχέσεις, να ασχολούνται με τα μαθήματα, ενώ πολλές φορές αξιοποιούν τη διάγνωση ως άλλοθι για την παθητική στάση στα προβλήματα («εγώ έχω δυσλεξία, δεν μπορώ να γράψω σωστά»).
Οι γονείς πρέπει να αποδεχτούν τις δυσκολίες του παιδιού, να στηρίζουν και να ενθαρρύνουν κάθε προσπάθειά του, όσο ασήμαντη και να είναι. Πρέπει να βοηθάνε στην τήρηση ενός σταθερού, αλλά όχι πιεστικού προγράμματος μελέτης, σε τακτικές ώρες, να δημιουργούν ατμόσφαιρα που ενθαρρύνει το παιδί για μελέτη και να εμπλουτίζουν το πρόγραμμά του με δραστηριότητες ευχάριστες που βοηθούν στην ανάπτυξη του συντονισμού, της κοινωνικοποίησης και της συναισθηματικής ενδυνάμωσης.
Όπως λένε οι ειδικοί, οι γονείς πρέπει να ενθαρρύνουν το παιδί τους, καθώς υπάρχει πάντα χρόνος για βελτίωση και να του δίνουν ευκαιρίες για πρωτοβουλίες. Επίσης, πρέπει να του αναθέτουν ευθύνες, ανάλογες με την ηλικία του, όπως, ντύσιμο, μπάνιο, δωμάτιο, τσάντα και να οριοθετούν τη συμπεριφορά του.
Οι γονείς πρέπει να είναι δίκαιοι με όλα τα παιδιά της οικογένειας, να αποφεύγουν να κάνουν πράγματα στη θέση του παιδιού ή να τα αναθέτουν σε άλλο παιδί της οικογένειας. Φυσικά πρέπει να αποφεύγουν να ζητάνε από τα άλλα παιδιά της οικογένειας να δείχνουν συνεχώς κατανόηση και καλό είναι να ενδυναμώσουν το παιδί για να αντέχει σε αποτυχίες και να μάθει σιγά-σιγά να τις χειρίζεται.