Παχυσαρκία: Η βαριατρική επέμβαση διορθώνει και την υπέρταση
Η βαριατρική επέμβαση μπορεί να βοηθήσει τους υπερτασικούς παχύσαρκους ασθενείς να μειώσουν τον αριθμό των φαρμάκων που λαμβάνουν ή ακόμα και να απαλλαγούν απ’ αυτά, σύμφωνα με νέα κλινική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Circulation.
Παλαιότερες μελέτες για τα οφέλη της χειρουργικής επέμβασης απώλειας βάρους σε παχύσαρκους ασθενείς με συννοσηρότητες είχαν επικεντρωθεί κυρίως σε μεταβολικά προβλήματα και στο διαβήτη και είχαν καταδείξει την αξία της στα άτομα με νοσογόνο παχυσαρκία. Επιπλέον, μια μελέτη που πραγματοποιήθηκε από την Cleveland Clinic του Οχάιο, η οποία ήταν η μεγαλύτερη δημοσιευμένη σε μη ρυθμισμένους διαβητικούς ασθενείς με Δείκτη Μάζας Σώματος (<35) έδειξε ότι η βαριατρική έχει θετική συμβολή ακόμα και στους ανθρώπους με σχετικά χαμηλό Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ), δεδομένου ότι έδειξε πως όσοι υποβλήθηκαν σε αυτή σημείωσαν σημαντική βελτίωση ή ακόμα και εξάλειψη του διαβήτη τύπου ΙΙ.
«Η παχυσαρκία έχει φθάσει σε επιδημικές διαστάσεις στις δυτικές κοινωνίες και αυξάνεται ταχέως σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Δεν αφορά ένα αισθητικό πρόβλημα, αλλά μια σοβαρότατη αιτία νοσηρότητας και θανάτου, ιδιαίτερα σ’ αυτούς σε ασθενείς με ΔΜΣ άνω των 30. Για τους ασθενείς με ΔΜΣ πάνω από 40 το προσδόκιμο ζωής μειώνεται σημαντικά.
Εκτός από την υπέρταση, η παχυσαρκία αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης πολλών χρόνιων ασθενειών, μεταξύ αυτών της αντίστασης στην ινσουλίνη, διαβήτη ΙΙ, υπέρτασης, υπερχοληστεριναιμίας, λίθων στη χολή, ουρικής αρθρίτιδας, οστεοαρθρίτιδας, υπνικής άπνοιας, αλλά και καρκίνου», τονίζει ο γενικός χειρουργός Δρ. Αναστάσιος Ξιάρχος – Διευθυντής της χειρουργικής κλινικής του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών – Ιατρικού Περιστερίου και Πρόεδρος της Επιστημονικής Εταιρείας Ορθοπρωκτικής Χειρουργικής (www.axiarchos.gr).
Το κατά πόσο μπορεί η χειρουργική επέμβαση να βελτιώσει την υπέρταση δεν είχε μελετηθεί επαρκώς. Η πρόσφατη μελέτη επιβεβαίωσε αυτό που πρακτικά οι ειδικοί γνωρίζουν εδώ και πολλά χρόνια, δηλαδή ότι η βαριατρική χειρουργική επέμβαση ρυθμίζει την αρτηριακή πίεση. Το θετικό μάλιστα είναι ότι η μελέτη σχεδιάστηκε για να ερευνήσει συγκεκριμένα τις επιδράσεις της βαριατρικής στην υπέρταση και όχι γενικά τις επιπτώσεις της στις συννοσηρότητες της νόσου.
Όπως δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής Carlos Schiavon, MD, του Heart Hospital του Σάο Πάολο, η παράλειψη της υπέρτασης από τις έρευνες ενδεχομένως να σημαίνει ότι από ιατρική άποψη είναι πιο εύκολη από τον διαβήτη. Ωστόσο, η υπέρταση αφορά μεγαλύτερο πληθυσμό και οι επιπτώσεις της είναι χειρότερες. Γι ‘αυτό και ήταν σημαντικό να μελετηθεί.
Ειδικότερα, η μελέτη GATEWAY (Gastric Bypass to Treat Obese Patients With Steady Hypertension), παρακολούθησε ασθενείς που είχαν Δείκτη Μάζας Σώματος 30 έως 40 kg / m2 και λάμβαναν τουλάχιστον δύο αντιυπερτασικά φάρμακα. Οι μισοί υποβλήθηκαν σε λαπαροσκοπική επέμβαση γαστρικής παράκαμψης Roux-en-Y.
«Υπάρχουν διάφοροι τύποι βαριατρικής χειρουργικής, όπως η γαστρική παράκαμψη, ο γαστρικός δακτύλιος, το γαστρικό μανίκι και η δωδεκαδακτυλική εκτροπή. Η γαστρική παράκαμψη Roux-en-Y είναι μια επέμβαση δυσαπορρόφησης και αποτελεί τη συχνότερα εφαρμοζόμενη βαριατρική επέμβαση. Σύμφωνα με στοιχεία, προσφέρει τη μεγαλύτερη απώλεια βάρους στα δύο πρώτα χρόνια μετά την επέμβαση», μας εξηγεί ο Δρ. Ξιάρχος.
Όλοι οι συμμετέχοντες στη μελέτη έλαβαν θεραπεία, η οποία περιελάμβανε φάρμακα μείωσης της αρτηριακής πίεσης και είχαν δεχθεί συμβουλές από καρδιολόγους και διατροφολόγους για την αλλαγή του τρόπου ζωής, η εφαρμογή των οποίων θα μπορούσε να μειώσει τις αρνητικές συνέπειες της υπέρτασης.
Οι ερευνητές, συγκρίνοντας τους χειρουργημένους ασθενείς με την ομάδα ελέγχου, διαπίστωσαν ότι ένα χρόνο μετά όσοι είχαν υποβληθεί σε βαριατρική επέμβαση ήταν έξι φορές πιο πιθανό να μειώσουν τον αριθμό των φαρμάκων που λάμβαναν για την αρτηριακή πίεση κατά τουλάχιστον ένα τρίτο. Περίπου το 84% των ασθενών ήταν σε θέση να μειώσουν τον αριθμό των αντιυπερτασικών φαρμάκων, αυξάνοντας τις πιθανότητες να παραμείνουν σε θεραπευτική αγωγή.
Το 50% μπορούσαν να διατηρήσουν την αρτηριακή πίεση κάτω από 140/90 mm Hg χωρίς κανένα φάρμακο, ενώ το 22% δεν χρειάζονταν κανένα φάρμακο για την επίτευξη συστολικής αρτηριακής πίεσης κάτω από 120 mm Hg. Αντιθέτως, οι ασθενείς στην ομάδα ελέγχου συνέχισαν να χρειάζονται αντιυπερτασιακά φάρμακα και σε κανέναν δεν παρατηρήθηκε βελτίωση. Μάλιστα, οι μισοί από αυτούς χρειάζονταν τουλάχιστον τρία φάρμακα για να διατηρήσουν την αρτηριακή τους πίεση σε χαμηλά επίπεδα.
Το αξιοσημείωτο είναι ότι οι περισσότεροι από τους ασθενείς μπόρεσαν να μειώσουν τον αριθμό των φαρμάκων από τον πρώτο μήνα μετά τη χειρουργική επέμβαση, γεγονός που δείχνει ότι το αποτέλεσμα δεν σχετίζεται άμεσα με την απώλεια βάρους, η οποία συμβαίνει κατά τη διάρκεια του έτους. Παρότι οι ερευνητές δεν έχουν ακόμα ανακαλύψει το λόγο που η βαριατρική χειρουργική μπορεί να επηρεάσει τόσο γρήγορα την αρτηριακή πίεση, εικάζουν ότι είναι το αποτέλεσμα της αλλαγής στη διατροφή και ιδιαίτερα στη μειωμένη σε αλάτι περιεκτικότητα των τροφών που καταναλώνουν οι ασθενείς ή ενδεχομένως να οφείλεται στις φυσιολογικές αλλαγές που συντελούνται μετά την επέμβαση, όπως η μείωση των φλεγμονωδών πρωτεϊνών.
Παράλληλα, εκτός από την επίδραση στην αρτηριακή πίεση, οι υποβληθέντες στη βαριατρική επέμβαση παρουσίασαν βελτίωση στην περιφέρεια της μέσης τους, στο Δείκτη Μάζας Σώματος, στη γλυκόζη πλάσματος νηστείας και στη γλυκοαιμοσφαιρίνη. Είχαν χαμηλότερα επίπεδα λιποπρωτεϊνης χαμηλής πυκνότητας (LDL) και φλεγμονωδών πρωτεϊνών από ό,τι οι ασθενείς στην ομάδα ελέγχου.
Δεδομένου ότι ευρήματα αφορούν μόνο το πρώτο έτος παρακολούθησης οι ερευνητές πιστεύουν ότι η μακροπρόθεσμη παρακολούθηση θα μπορούσε να αξιολογήσει εάν οι χειρουργημένοι ασθενείς θα έχουν μειωμένο κίνδυνο για εμφάνιση εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιακής προσβολής, ως συνέπεια της μειωμένης αρτηριακής πίεσης.
«Παρότι η βαριατρική επέμβαση συστήνεται σε ανθρώπους που έχουν μεγάλο ΔΜΣ, σε άτομα που συνυπάρχει κάποιο άλλο πρόβλημα υγείας, όπως η υπέρταση και ο διαβήτης, που είναι ιδιαίτερα επιβαρυντικές παθήσεις για την υγεία με σοβαρές επιπτώσεις, αποτελεί μια σωστή επιλογή, κυρίως σε εκείνους που τα νοσήματα αυτά είναι αρρύθμιστα ή για τη ρύθμισή τους απαιτείται η λήψη πολλών φαρμάκων. Διότι, η αμείωτη, καθημερινή ανάγκη για λήψη πολλών φαρμάκων είναι γνωστό ότι αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για τους ασθενείς με αποτέλεσμα να μην ακολουθούν πιστά ή και καθόλου τη φαρμακευτική αγωγή τους», καταλήγει ο Δρ. Ξιάρχος.