Οι ρευματοπαθείς βιώνουν χωρίς ασφάλεια την υγειονομική κρίση
Οι ρευματοπαθείς βιώνουν χωρίς ασφάλεια την υγειονομική κρίση είναι το βασικό μήνυμα της Συνέντευξης Τύπου που οργανώθηκε από την Ελληνική Εταιρεία Αντιρευματικού Αγώνα (ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α.). Αφορμή για τη συνέντευξη τύπου αποτέλεσε η Παγκόσμια Ημέρα Αρθρίτιδας, που εορτάζεται κάθε χρόνο στις 12 Οκτωβρίου.
«Από την έναρξη της πανδημίας και των περιοριστικών μέτρων, οι ρευματοπαθείς, που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες, αφού έχουν ήδη αντιμετωπίσει εξαιρετικές αντιξοότητες (μη αναγνώριση από το υπουργείο ως ομάδα υψηλού κινδύνου, για παροχή άδειας ειδικού σκοπού, τεράστια δυσκολία εύρεσης φαρμάκων, κ.α.), τώρα καλούνται να αντεπεξέλθουν στον φόβο της διασποράς του νέου κορωνοϊού. Δύο στους τρεις ασθενείς με ρευματικά νοσήματα διαπίστωσαν ότι ο κορωνοϊός έπληξε σημαντικά την ψυχολογία τους. Ο φόβος και η αβεβαιότητα είναι τα συναισθήματα που κυριαρχούν», τόνισε η κα Αθανασία Παππά, Πρόεδρος της ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α.
«Το αίσθημα ευθύνης για την αντιμετώπιση της επιδημίας, η ψυχραιμία, η αυτοσυγκράτηση και η συνεχής επικοινωνία με τον θεράποντα ιατρό είναι μερικές από τις συμβουλές που έδωσε για τους ασθενείς στην περίοδο της COVID-19 o κ. Δημήτρης Μπόγδανος, Καθηγητής Παθολογίας & Αυτοάνοσων Νοσημάτων, Παν. Θεσσαλίας, Δ/ντής Πανεπιστημιακής Κλινικής Ρευματολογίας & Κλινικής Ανοσολογίας Π.Γ.Ν. Λάρισας. «Η απομόνωση δεν είναι η λύση. Αποφεύγουμε την επαφή με τον ιό και τα μολυσμένα άτομα, ακολουθούμε τα μέτρα προστασίας που συστήνονται για τις ευπαθείς ομάδες και συνεχίζουμε την θεραπεία μας πάντοτε με την συμβολή του γιατρού μας», επεσήμανε ο Καθηγητής.
Ένα ακόμα σημαντικό ζήτημα που, εκ νέου, αναδύεται, είναι η έγχυση φαρμάκων σε χρόνιους ασθενείς και η αναγκαιότητα να λαμβάνουν χώρα, σε οργανωμένες μονάδες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, όπως τα Κέντρα Υγείας, καθώς η διαδικασία είναι κοστοβόρα και επιβαρύνει το σύστημα υγείας και τον ασθενή λόγω των μετακινήσεων. H ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α. έχει εκφράσει πολλές φορές μέσω επιστολών προς το Υπουργείο Υγείας, την σοβαρότητα του θέματος, ανέφερε η κα Παππά.
Σημαντικό ρόλο, όμως, και ανασταλτικό παράγοντα για τις εγχύσεις στα Κέντρα Υγείας» , συνέχισε η κα Παππά, «διαδραματίζει η έλλειψη εμπειρίας του προσωπικού των Κέντρων Υγείας στις ιδιαιτερότητες των βιολογικών φαρμάκων, γενικά και ειδικότερα στην αντιμετώπιση των άμεσων ανεπιθύμητων δράσεων των βιολογικών παραγόντων. Η Ελληνική Εταιρεία Αντιρευματικού Αγώνα, με τη συνδρομή της Επιστημονικής Επιτροπής της, τη συνεργασία της με Καθηγητές Πανεπιστημίων ειδικούς στην Κλινική Φαρμακολογία, καθώς και τις επιστημονικές εταιρείες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, έχει ήδη να εμπλακεί ενεργά στην άμεση εκπαίδευση του προσωπικού των Κέντρων Υγείας».
«Η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας είναι το σημείο πρώτης επαφής του πολίτη με το σύστημα υγείας και περιλαμβάνει τη δυνατότητα άμεσης ανάληψης υπεύθυνης δράσης σε οποιοδήποτε πρόβλημα παρουσιάζει ο ασθενής, είτε ως μέρος μιας υπάρχουσας σχέσης ιατρού-ασθενή είτε όχι. Αντιμετωπίζοντας τον ασθενή, ο οικογενειακός ιατρός μπορεί να κάνει την κατάλληλη παραπομπή σε άλλους ιατρούς, επαγγελματίες υγείας και κοινοτικές υπηρεσίες. Η οικογενειακή ιατρική αποτελεί το σημείο της πρώτης επαφής των πολιτών, με το σύστημα υγείας και περιλαμβάνει τη συνεχή φροντίδα καθ’ όλη τη ζωή των ανθρώπων, τόσο κατά την νόσο όσο και για την προάσπιση της υγείας και αποτελεί εξαιρετικά προσωποποιημένο τύπο φροντίδας» κατέληξε η Πρόεδρος του Συλλόγου.
«Η έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση αποτελεί σημαντικό εργαλείο στην κατανόηση της ενδεδειγμένης χρήσης των εμβολιασμών σε ασθενείς με ρευματικά νοσήματα» ,επεσήμανε ο κ. Δημήτρης Μπόγδανος. «Η επιστημονική κοινότητα των ρευματολόγων έχει απόλυτα σαφείς και κατανοητές οδηγίες για τους εμβολιασμούς προσαρμοσμένες στην έκθεση σε μικρόβια και ιούς με βάση την γεωεπιδημιολόγια των εκτεθειμένων σε αυτά ατόμων. Ωστόσο, οι συχνές ερωτήσεις των ασθενών για τα εμβόλια είναι εύλογες, οι απαντήσεις που πρέπει να δίνονται από τους θεράποντες είναι εξαιρετικά χρήσιμες για την ασφάλεια των ασθενών και για την κατανόηση της σημαντικότητάς του τόσο σοβαρού αυτού θέματος που επανέρχεται κάθε χρόνο, ιδιαίτερα τους χειμερινούς μήνες».
«Θα πρέπει να αναγνωριστούν τα αίτια της χαμηλής εμβολιαστικής κάλυψης των ρευματοπαθών και να αντιμετωπιστούν συστηματικά και μεθοδευμένα από ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα πρόληψης και προαγωγής υγείας», τόνισε η κα Αρετή Λάγιου, Καθηγήτρια Επιδημιολογίας, Πρόληψης Νοσημάτων, Δημόσιας Υγείας & Πρόεδρος Τμήματος Δημόσιας & Κοινοτικής Υγείας, της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστήμιου Δυτικής Αττικής. Στο πλαίσιο της συνεργασίας μας με την ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α., ξεκινά πρόγραμμα πρακτικής άσκησης των φοιτητών του από το τρέχον ακαδημαϊκό εξάμηνο. Ειδικότερα, με την επιστημονική εποπτεία του Εργαστηρίου Υγιεινής και Επιδημιολογίας του Τμήματος Δημόσιας και Κοινοτικής Υγείας θα συλλεχθούν στοιχεία που θα επιτρέψουν να εκτιμηθούν οι ανάγκες των ρευματοπαθών, όπως αυτές γίνονται αντιληπτές από τους ίδιους, θα τεθούν τεκμηριωμένα προτεραιότητες και θα σχεδιαστούν ολοκληρωμένα προγράμματα πρόληψης και προαγωγής υγείας με στόχο τη διαχεἰριση των προβλημάτων και την προαγωγή της υγείας και της ευεξίας των ρευματοπαθών.