Οι επιπτώσεις της ψωρίασης στην ψυχική υγεία

Οι επιπτώσεις της ψωρίασης στην ψυχική υγεία

Η έγκαιρη διάγνωση και η κατάλληλη θεραπεία της ψωρίασης δεν προφυλάσσει μόνο τη σωματική, αλλά και την ψυχική υγεία των πασχόντων από δυσάρεστες επιπλοκές, αναφέρει η Διεθνής Ομοσπονδία Συλλόγων Ασθενών με Ψωρίαση (IFPA).

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ψωρίασης στις 29 Οκτωβρίου, η IFPA τονίζει ότι η ψωρίαση δεν είναι απλώς μία πάθηση του δέρματος, αλλά μία συστηματική νόσος που μπορεί να προσβάλλει και τις αρθρώσεις, ενώ σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης πολλών άλλων προβλημάτων υγείας, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και ψυχικές διαταραχές.

«Οι ασθενείς με ψωρίαση πρέπει να μάθουν να συμβιώνουν μαζί της για όλη τους τη ζωή. Το να ζει όμως κάποιος με μία χρόνια πάθηση, ειδικά όταν είναι εμφανής στο σώμα του, δεν είναι καθόλου εύκολο και πολλοί ασθενείς αναπτύσσουν διαταραχές όπως η κατάθλιψη και το άγχος», αναφέρει ο Δερματολόγος-Αφροδισιολόγος δρ Μάρκος Μιχελάκης, από τον ΕΔΟΕΑΠ.

Τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι πάσχοντες σε κάθε τομέα της ζωής τους αποτυπώνει η παγκόσμια έρευνα «Psoriasis and Beyond», στην οποία συμμετέχουν σχεδόν 5.000 ασθενείς από 20 χώρες του κόσμου. Όπως έδειξε, περισσότεροι από οκτώ στους δέκα αναφέρουν ότι η δερματοπάθειά τους έχει επιπτώσεις στην εργασία, στα συναισθήματα και στις σχέσεις τους.

Οι ασθενείς με δερματικές εκδηλώσεις αναφέρουν συχνά ότι οι άλλοι τους κοιτούν περίεργα, ότι νιώθουν την ανάγκη να κρύβουν το δέρμα τους και ότι συχνά αισθάνονται πως παραγκωνίζονται κοινωνικά. Έτσι, αρχίζουν να αποφεύγουν τις κοινωνικές εκδηλώσεις και να περιορίζονται σε χώρους με λίγα άτομα.

Η νόσος μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο και στην οικογενειακή ζωή και στις σχέσεις τους. Σε εννέα στις δέκα περιπτώσεις οι σύντροφοί τους αναφέρουν αυξημένες δουλειές του σπιτιού λόγω της νόσου, ανησυχία για την υγεία των ασθενών, περιορισμό των κοινωνικών επαφών, μειωμένες δραστηριότητες στις διακοπές κ.λπ. Αναφέρουν επίσης αυξημένα επίπεδα κατάθλιψης και άγχους.

Ακόμα πιο έντονα είναι τα προβλήματα όταν οι δερματικές βλάβες εντοπίζονται στην περιοχή των γεννητικών οργάνων, καθώς μπορεί να πληγεί ευθέως και η σεξουαλική ζωή του ζευγαριού. Ο κνησμός που προκαλούν οι βλάβες και τα αισθήματα ντροπής που συχνά αναπτύσσουν οι ασθενείς, δημιουργούν εμπόδια στην σεξουαλική ζωή τα οποία συχνά μοιάζουν ανυπέρβλητα.

Ξεχωριστές προκλήσεις, εξάλλου, αναφέρουν οι γυναίκες που επιθυμούν να αποκτήσουν παιδιά. Περισσότερες από μία στις τρεις αγωνιούν για τις δυνητικές επιπτώσεις που μπορεί να έχουν οι θεραπείες για την ψωρίαση στη γονιμότητά τους και στην υγεία του αγέννητου μωρού τους. Ακόμα περισσότερες ανησυχούν μήπως κληροδοτήσουν στα παιδιά τους τη γενετική προδιάθεση για ανάπτυξη ψωρίασης.

«Η συνεχής αγωνία (αιτιολογημένη ή μη), η αδιάκοπη υπενθύμιση της πάθησης αφού τη βλέπουν καθαρά στο δέρμα τους και οι επιπτώσεις στην καθημερινότητά τους, πλήττουν την ποιότητα ζωής των ασθενών και ανοίγουν τον δρόμο στα προβλήματα ψυχικής υγείας», τονίζει ο κ. Μιχελάκης.

Τα προβλήματα αυτά είναι πολύ συχνά. Πρόσφατη ανασκόπηση της ιατρικής βιβλιογραφίας έδειξε ότι το ποσοστό των πασχόντων από ψωρίαση που αναπτύσσουν κατάθλιψη, είναι σημαντικά υψηλότερο απ’ ό,τι στον γενικό πληθυσμό. Παγκοσμίως, περισσότερο από το 25% των ασθενών με ψωρίαση έχουν συμπτώματα κατάθλιψης, ενώ τουλάχιστον ένας στους δέκα έχουν κλινική κατάθλιψη. Το ποσοστό αυτό παρουσιάζει διακύμανση ανάλογα με την γεωγραφική περιοχή. Στις ΗΠΑ είναι 16,5%, ενώ στην Ευρώπη από κατάθλιψη πάσχει το 12% των ασθενών με ψωρίαση.

Το ποσοστό της κατάθλιψης στους ψωριασικούς ασθενείς είναι το υψηλότερο απ’ ό,τι με οποιαδήποτε άλλη δερματοπάθεια. Οι υποτροπιάζουσες, εμφανείς δερματικές βλάβες που προκαλεί η ψωρίαση το εξηγούν σε μεγάλο βαθμό. Ρόλο όμως παίζει και το κοινωνικό στίγμα που συχνά βιώνουν οι πάσχοντες. Πολλοί π.χ. βλέπουν τις χαρακτηριστικές βλάβες στο δέρμα τους και τους απομονώνουν, γιατί φοβούνται ότι πρόκειται για κάτι μεταδοτικό. Και κάποιοι νομίζουν ότι η ψωρίαση είναι ένδειξη κακής ατομικής υγιεινής.

«Τίποτε από αυτά δεν ισχύει», τονίζει ο κ. Μιχελάκης. «Η ψωρίαση είναι μία αυτοάνοση διαταραχή, δηλαδή προκαλείται από υπερλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος του πάσχοντος. Ούτε μεταδοτική είναι, ούτε θέμα πλημμελούς υγιεινής, αλλά δυστυχώς οι δοξασίες καλά κρατούν, δημιουργώντας αδίκως προβλήματα στους ασθενείς».

Το κοινωνικό στίγμα υπονομεύει την αυτοπεποίθηση και την αυτοεκτίμηση των ασθενών, ενώ αποτελεί και πηγή έντονου στρες. Ωστόσο το στρες είναι ένας από τους παράγοντες που πυροδοτούν τις εξάρσεις της ψωρίασης, οι οποίες με τη σειρά τους μπορεί να οδηγήσουν σε έλλειψη ύπνου, κόπωση και ακόμα χειρότερη ψυχική διάθεση. Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος από τον οποίο απαιτείται πολλή προσπάθεια για να ξεφύγουν οι ασθενείς.

Ανάλογα προβλήματα μπορεί να δημιουργήσουν και οι αγχώδεις διαταραχές, από τις οποίες πάσχουν πολλοί ασθενείς με ψωρίαση. Πρόσφατη μετανάλυση δημοσιευμένων μελετών έδειξε ότι ποσοστό έως και 48% των ασθενών με ψωριασική νόσο αναφέρουν έντονο άγχος, το οποίο όμως επιδεινώνει τη δερματοπάθειά τους. Τα επίπεδα του άγχους που βιώνουν συχνά εντείνονται με τον κνησμό (φαγούρα), ένα σημαντικό, συχνά ανυπόφορο δερματικό σύμπτωμα της ψωρίασης.

«Οι ασθενείς πρέπει να κατανοήσουν ότι η ψωρίαση είναι μία συστηματική νόσος και όχι μια απλή δερματοπάθεια», υπογραμμίζει ο ειδικός. «Οι κλασικές εκδηλώσεις της είναι στο δέρμα, αλλά σε έναν στους τρεις ασθενείς προσβάλλονται και οι αρθρώσεις (ψωριασική αρθρίτιδα). Επιπλέον, οι ασθενείς διατρέχουν διπλάσιο κίνδυνο να αναπτύξουν και συννοσηρότητες, όπως υπέρταση και διαβήτη. Έχουν επίσης πολύ αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσουν κατάθλιψη και αγχώδεις διαταραχές.

Η έγκαιρη διάγνωση και η κατάλληλη θεραπεία είναι το κλειδί για να τεθούν υπό έλεγχο τόσο η ψωρίαση όσο και οι συννοσηρότητές της», συνεχίζει. «Οι όποιες παρεμβάσεις όμως πρέπει να αρχίζουν νωρίς, πριν εδραιωθούν οι επιπλοκές της, διότι τότε η αντιμετώπισή τους είναι πιο δύσκολη. Απαραίτητο είναι, τέλος, να ενημερωθεί σωστά το ευρύ κοινό για την ψωρίαση, ώστε να πάψει να αποτελεί η νόσος “θέαμα” και να δημιουργηθούν πιο ευνοϊκές κοινωνικές συνθήκες για τους ασθενείς».