Νέο φάρμακο για τον καρκίνο του θυρεοειδούς
Νέο πειραματικό φάρμακο έδωσε πολύ ενθαρρυντικά αποτελέσματα για την αντιμετώπιση σπάνιας μορφής μεταστατικού καρκίνου του θυρεοειδούς.
Πρόκειται για την ουσία καβοζαντινίβη (Cabozantinib), η οποία κατάφερε να μειώσει αισθητά τους όγκους κατά τη δεύτερη φάση κλινικών δοκιμών, ανοίγοντας τον δρόμο για μια εναλλακτική θεραπεία για τους ασθενείς.
Οι ερευνητές του Perelman School of Medicine του University of Pennsylvania, με επικεφαλής τη Marcia Brose, χορήγησαν την ουσία σε 35 ασθενείς που εμφάνισαν καρκινική μετάσταση στον θυρεοειδή, η οποία παρουσίαζε αντίσταση στη θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο.
Οπως εξήγησαν κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας στο συνέδριο «2018 Multidisciplinary Head and Neck Cancers Symposium» στο Σκότσντεϊλ της Αριζόνας, στους 34 ασθενείς, που αντιστοιχεί στο 97% των συμμετεχόντων, παρουσιάστηκε μείωση του μεγέθους του όγκου. Μάλιστα σε περισσότερους από τους μισούς (19 στους 35) συμμετέχοντες το μέγεθος του όγκου μειώθηκε πάνω από 30%. Κατά μέσο όρο οι ασθενείς έλαβαν την καβοζαντινίβη για 35 εβδομάδες, ενώ 16 από αυτούς συνεχίζουν να λαμβάνουν ακόμη τη θεραπεία.
«Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η καβοζαντινίβη μπορεί να αποτελέσει πρόσθετη εναλλακτική για τους ασθενείς με καρκίνο του θυρεοειδούς που έχει αναπτύξει αντίσταση στη θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο και ενδεχομένως να μπορεί να βοηθήσει και καρκινοπαθείς που βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο της ασθένειας» τόνισε η Brose.
Η ερευνήτρια σημείωσε ότι μέχρι τώρα τα περισσότερα περιστατικά καρκίνου του θυρεοειδούς αντιμετωπίζονται με ραδιενεργό ιώδιο. Η ουσία στοχεύει αποκλειστικά τον θυρεοειδή, σκοτώνοντας τα καρκινικά κύτταρα. Ωστόσο, στο 15% των περιπτώσεων οι ασθενείς παρουσιάζουν αντίσταση στη θεραπεία, με αποτέλεσμα το ραδιενεργό ιώδιο να μην είναι αποτελεσματικό. Σε αυτές τις περιπτώσεις, εξηγούν οι ερευνητές, χορηγούνται δύο είδη θεραπειών που χρησιμοποιούν αναστολείς της κινάσης, ουσίες που μπλοκάρουν ένζυμα τα οποία είναι απαραίτητα για τα καρκινικά κύτταρα για να αναπτυχθούν. Τα αποτελέσματα αυτής της θεραπείας, όμως, δεν διατηρούνται για αρκετό χρόνο, συνεπώς οι ασθενείς πρέπει να υποβληθούν σε νέους κύκλους θεραπειών.