Κρυοσυντήρηση: Παρακάμπτοντας τα όρια της γυναικείας γονιμότητας
Αν και η ποσότητα και η ποιότητα των ωαρίων φθίνουν με το πέρασμα του χρόνου, υπάρχουν προηγμένες τεχνικές που μπορούν να διατηρήσουν την γονιμοποιητική ικανότητα για μελλοντική χρήση.
Όπως δηλώνει ο Δρ. Βασίλειος Αθανασίου, μαιευτήρας- γυναικολόγος, επιστημονικός διευθυντής του Κέντρου Εξωσωματικής Αθηνών, «οι Ελληνίδες αναβάλλουν ολοένα περισσότερο την απόκτηση παιδιού, με τους κυριότερους λόγους να σχετίζονται με τον σύντροφό τους (απουσία συντρόφου ή ύπαρξη ακατάλληλου συντρόφου), την επαγγελματική σταδιοδρομία τους και την οικονομική τους κατάσταση».
Τα δημογραφικά στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Αρχής αποκαλύπτουν ότι ενώ το 2005 το 52% των μωρών που γεννήθηκαν στη χώρα μας προήλθαν από μητέρες ηλικίας 30 ετών και πάνω (55.953 από τις συνολικά 107.545 γεννήσεις), το 2013 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν σχεδόν 64% (60.165 από τις συνολικά 94.134 γεννήσεις). Στο ίδιο διάστημα, παρατηρήθηκε αύξηση των γεννήσεων κατά 61% από γυναίκες ηλικίας πάνω από 40 ετών (από 3.122 το 2005 σε 5.035 το 2013).
Την τάση αυτή ευνοεί η ανάπτυξη και εξέλιξη προηγμένων τεχνικών στο χώρο της Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, που παρέχει σε άνδρες και γυναίκες ξεχωριστά τη δυνατότητα της κρυοσυντήρησης και φύλαξης των γονάδων (ωάρια, σπερματοζωάρια) και στα ζευγάρια τη δυνατότητα κρυοσυντήρησης και φύλαξης των εμβρύων. Έτσι διατηρείται η γονιμοποιητική τους ικανότητα για μελλοντική χρήση, όπου και όταν αυτό επιβάλλεται. Η σημαντικότερη ίσως ιατρική ένδειξη είναι η ύπαρξη νεοπλασματικής νόσου, περίπτωση στην οποία ασθενείς που διαγιγνώσκονται με καρκίνο και πρόκειται να υποβληθούν σε χημειοθεραπείες ή να λάβουν άλλες κυτταροτοξικές θεραπείες που καταστρέφουν το γενετικό τους υλικό, κρυοσυντηρούν ωάρια, έμβρυα ή ωοθηκικό ιστό για μελλοντική τεκνοποίηση.
Σύμφωνα με τον Δρ. Αθανασίου, «η κρυοσυντήρηση ωαρίων και εμβρύων αποτελεί μια ασφαλή και αξιόπιστη τεχνική, με ελάχιστες επιπλοκές τόσο για τη μητέρα όσο και για το έμβρυο. Επιπλέον, περιορίζει στο ελάχιστο την ανάγκη για γονιμοποίηση με δωρεά ωαρίων, αφού οι γυναίκες που έχουν κάνει κρυοσυντήρηση σε νεαρή ηλικία μπορούν να τεκνοποιήσουν με δικό τους γενετικό υλικό».
Η κρυοσυντήρηση διακρίνεται σε δύο τεχνικές: την Αργή Κατάψυξη (Slow Freezing) και την Υαλοποίηση (Vitrification ή ταχεία κατάψυξη), αλλά πολλές μελέτες αποδεικνύουν ότι η Υαλοποίηση υπερτερεί ως μέθοδος κρυοσυντήρησης τόσο για αγονιμοποίητα ωάρια όσο και για έμβρυα, παρουσιάζοντας υψηλότερα ποσοστά επιβίωσης, γονιμοποίησης και κύησης.
Ωστόσο η ηλικία της μητέρας παίζει ρόλο στην αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της τεχνικής, ακριβώς όπως συμβαίνει στις γυναίκες που τεκνοποιούν με φυσικό τρόπο σύλληψης. Ο γενικός κανόνας είναι ότι όσο αυξάνεται η ηλικία τόσο μειώνεται το ποσοστό επιβίωσης των ωοκυττάρων, ειδικά από την ηλικία των 35 ετών και άνω, επομένως οι γυναίκες που επιθυμούν να αποκτήσουν παιδί σε μεγάλη ηλικία, καλό είναι να αποθηκεύσουν εγκαίρως τα ωάριά τους (συνήθως προτείνεται η ηλικία των 30-35 ετών).
Η φθίνουσα πορεία των ωαρίων αρχίζει από την ενδομήτριο ζωή, εξήγησε ο Δρ. Αθανασίου και στην ηλικία των 40 ετών ο αριθμός τους είναι μικρότερος από το 10% του αρχικού αριθμού, ενώ η ποιότητα τους αυξάνει τον κίνδυνο για χρωμοσωμιακές ανωμαλίες, όπως το σύνδρομο Down, και για αποβολή του εμβρύου κατά τα πρώτα στάδια της κύησης.
Όλα αυτά τα προβλήματα μπορούν να αποφευχθούν σε μεγάλο βαθμό με την έγκαιρη ωοληψία και κρυοσυντήρηση των ωαρίων έως ότου έρθει η ώρα να χρησιμοποιηθούν. Οι προσπάθειες για απόκτηση παιδιού, πάντως, πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί έως την ηλικία των 50 ετών (είναι η μέγιστη ηλικία για εμβρυομεταφορά που ορίζει η ελληνική νομοθεσία).