Κορονοϊός- Εμβόλιο: Οδηγίες για τους ασθενείς με καρκίνο από ειδικούς του ΕΚΠΑ

Κορονοϊός- Εμβόλιο: Οδηγίες για τους ασθενείς με καρκίνο από ειδικούς του ΕΚΠΑ

Αναλυτικός οδηγός για όσους κάνουν ή πρόκειται να αρχίσουν θεραπεία, αναλόγως με το είδος της θεραπείας. Ποιοι ογκολογικοί ασθενείς δεν πρέπει να κάνουν το εμβόλιο.

Αναλυτικό οδηγό για τον εμβολιασμό των ασθενών με καρκίνο εναντίον της λοίμωξης που προκαλεί ο κορωνοϊός Covid-19, εξέδωσαν ειδικοί από την Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ).

Σε αυτόν αναφέρουν τι συνιστάται για τους ασθενείς που βρίσκονται σε θεραπεία και τι σε όσους πρόκειται να αρχίσουν. Παραθέτουν επίσης ό,τι ισχύει για κάθε θεραπεία ξεχωριστά, από τις μεταμοσχεύσεις κυττάρων έως τα επιμέρους φάρμακα.

Οι ειδικοί του ΕΚΠΑ ενημερώνουν επίσης τους ογκολογικούς ασθενείς για τις πιθανές παρενέργειες του εμβολίου των εταιρειών Pfizer/BioNTech (λέγεται tozinameran)που προς το παρόν χορηγείται στη χώρα μας. Παραθέτουν επίσης ποιοι ασθενείς με καρκίνο δεν πρέπει να κάνουν το εμβόλιο εναντίον της λοίμωξης που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός.

Στις οδηγίες υπογραμμίζεται ότι ο εμβολιασμός δεν σημαίνει πως θα πάψουν να εφαρμόζονται τα μέτρα ατομικής προφύλαξης και κοινωνικής απομόνωσης. Αντιθέτως, πρέπει να εξακολουθήσουν να τηρούνται απαρέγκλιτα, για όσο χρονικό διάστημα κριθεί αναγκαίο. Επομένως, οι ασθενείς με καρκίνο και οι φροντιστές θα εξακολουθήσουν:

Να φορούν μάσκα
Να προσέχουν την υγιεινή των χεριών
Να τηρούν αποστάσεις

Τις οδηγίες υπογράφουν οι καθηγητές της Θεραπευτικής Κλινικής Ευστάθιος Καστρίτης, Ευάγγελος Τέρπος και Θάνος Δημόπουλος (πρύτανης ΕΚΠΑ).
Γενικές οδηγίες

Ενεργοποιήστε την άυλη συνταγογράφηση. Αναλυτικές οδηγίες θα βρείτε στον σύνδεσμο https://www.gov.gr/ipiresies/ugeia-kai-pronoia/phakelos-ugeias/aule-suntagographese. Αυτό θα διευκολύνει τον προγραμματισμό για τον εμβολιασμό σας. Θα ενημερωθείτε αυτόματα με SMS ή email σχετικά με την ημερομηνία του ραντεβού σας και το κέντρο εμβολιασμού.

Ορισμένες αντινεοπλασματικές θεραπείες μπορεί να επηρεάσουν την ικανότητα του οργανισμού να αναπτύξει ανοσία μετά τον εμβολιασμό. Πρέπει να επικοινωνήσετε με τον γιατρό σας ώστε να προγραμματιστεί η θεραπεία σε συνάρτηση με την ημερομηνία του εμβολιασμού.

Για ασθενείς που θα λάβουν πρώτη φορά αντινεοπλασματική θεραπεία, πρέπει να γίνει προσπάθεια ώστε να πραγματοποιηθεί ο εμβολιασμός πριν από την έναρξη της αγωγής.

Συμβουλευτείτε τον γιατρό σας ώστε να μην έχετε χαμηλό αριθμό λευκών αιμοσφαιρίων όταν θα κάνετε το εμβόλιο εναντίον της λοίμωξης που προκαλεί ο κορωνοϊός. Αυτό είναι απαραίτητο για το καλύτερο θεραπευτικό αποτέλεσμα.

Οι ασθενείς με καρκίνο που συμμετέχουν σε κλινικές μελέτες, πρέπει να εμβολιάζονται όπως οι υπόλοιποι ογκολογικοί ασθενείς.

Τα εμβόλια mRNA εναντίον της λοίμωξης που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός δεν περιέχουν εξασθενημένο ιό.

Επομένως θεωρούνται ασφαλή για χορήγηση σε ανοσοκατασταλμένους ασθενείς.
Σε δεύτερη φάση, αναλόγως με τις οδηγίες των Υγειονομικών Αρχών, ο εμβολιασμός μπορεί να συμπεριλάβει και τους φροντιστές των ανοσοκατασταλμένων ασθενών. Οι φροντιστές θα λειτουργήσουν ως ασπίδα για τους ασθενείς που δεν μπορούν να αναπτύξουν επαρκή ανοσία με τον εμβολιασμό.
Στην παρούσα φάση δεν υπάρχει κάποια προτίμηση σχετικά με την τεχνολογία του εμβολιασμού για τους ογκολογικούς ασθενείς. Και αυτό διότι δεν έχουν προκύψει αξιοσημείωτα θέματα ασφαλείας.

Οι θεραπείες

Για ασθενείς που ήδη λαμβάνουν χημειοθεραπεία δεν υπάρχει σαφής οδηγία σχετικά με την ημέρα εμβολιασμού σε συνάρτηση με την έγχυση της χημειοθεραπείας. Ωστόσο, καλό είναι τα εμβόλια να χορηγούνται μια εβδομάδα μετά την χορήγηση χημειοθεραπείας. Και, εάν είναι εφικτό, 10 ημέρες πριν από την χορήγηση της επόμενης χημειοθεραπείας.
Όπου είναι εφικτό, προτείνεται αναστολή της χορήγησης κορτικοστεροειδών για το χρονικό διάστημα από τον πρώτο εμβολιασμό έως τον δεύτερο. Προτείνεται επίσης αναστολή και για τουλάχιστον 7 μέρες μετά τον δεύτερο εμβολιασμό.
Η ακτινοβολία και οι ορμονικές θεραπείες δεν φαίνεται να επηρεάζουν την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα των εμβολίων.
Οι ασθενείς που θα υποβληθούν σε αυτόλογη μεταμόσχευση πρέπει ιδανικά να εμβολιαστούν 3 μήνες πριν από την κινητοποίηση-συλλογή των αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων και 3 μήνες μετά την μεταμόσχευση αυτών των κυττάρων.

Αναλόγως με την φαρμακευτική αγωγή

Η χορήγηση anti-CD20 θεραπείας (rituximab, ofatumumab, obinutuzumab) πιθανώς μειώνει την ανοσολογική ανταπόκριση σε εμβολιασμούς. Ιδανικά, εφόσον η κατάστασή της βασικής νόσου το επιτρέπει, πρέπει να διακοπεί η χορήγηση τους τουλάχιστον 6 μήνες πριν την χορήγηση εμβολίου. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να γίνεται συζήτηση με τον θεράποντα ιατρό.

Η θεραπεία με αντί-CD38 μονοκλωνικά αντισώματα (daratumumab, isatuximab) πιθανώς να μην επηρεάζει την ανοσολογική ανταπόκριση σε εμβολιασμούς. Ωστόσο τα επιστημονικά δεδομένα είναι περιορισμένα.

Οι ασθενείς που λαμβάνουν ανοσοθεραπεία δεν πρέπει να αποκλείονται από το πρόγραμμα εμβολιασμού, ακόμα και αν συμμετέχουν σε κλινικές μελέτες. Από αντίστοιχα δεδομένα από τον εμβολιασμό για την εποχική γρίπη δεν φαίνεται να υπάρχουν προβλήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα των εμβολίων.

Αναστολείς τυροσινικής κινάσης (ΤΚΙs – σοραφενίμπη, σουνιτινίμπη) δεν φαίνεται να επηρεάζουν την ανοσολογική ανταπόκριση σε εμβολιασμούς.

Αναστολείς έναντι της τυροσινικής κινάσης του Bruton (ibrutinib) φαίνεται να επηρεάζουν την ικανότητα του οργανισμού να αναπτύξει ικανοποιητική ανοσολογική ανταπόκριση μετά από εμβολιασμό.

Για θεραπεία με φάρμακα όπως αναστολείς του πρωτεασώματος (bortezomib, ixazomib, carfilzomib) δεν υπάρχει σαφής οδηγία. Ισχύουν οι γενικοί κανόνες για το χρονικό διάστημα που θα πρέπει να παρεμβάλλεται ανάμεσα στην τελευταία θεραπεία, τον εμβολιασμό και την επόμενη θεραπεία.

Τα ανοσοτροποποιητικά φάρμακα (lenalidomide, pomalidomide) δεν φαίνεται να επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα των εμβολιασμών. Ισχύουν οι γενικοί κανόνες.

Οι παρενέργειες του εμβολίου tozinameran (BNT162b2)

Οι παρενέργειες εκδηλώνονται μέσα σε 7 μέρες από το εμβόλιο, κυρίως μετά την δεύτερη δόση. Ειδικότερα, πρόκειται για:

Τοπικές (στο σημείο της έγχυσης) αντιδράσεις, όπως πόνος, ερυθρότητα, πρήξιμο
Κόπωση
Πονοκέφαλο
Μυαλγίες
Ρίγη
Πόνους στις αρθρώσεις
Πυρετό

Αντενδείξεις για εμβολιασμό

Απόλυτη αντένδειξη εμβολιασμού αποτελούν:

Η οποιαδήποτε σοβαρή υπερευαισθησία στα περιγραφόμενα ενεργά συστατικά του εμβολίου
Το προηγούμενο ιστορικό αναφυλαξίας σε εμβόλιο για τη λοίμωξη που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός

Πριν από την χορήγηση του εμβολίου, πρέπει να ενημερώνεται ο γιατρός του εμβολιαστικού κέντρου για κάθε ιστορικό αλλεργικής αντίδρασης.

Αντένδειξη αποτελεί η γνωστή αλλεργία στην πολυαιθυλενογλυκόλη (PEG). Η ουσία αυτή αποτελεί συστατικό:

Ορισμένων εμβολίων (όπως του πνευμονιοκόκκου)
Του καθαρτικού cleanprep (χρησιμοποιείται πριν την κολονοσκόπηση)
Χημειοθεραπευτικών όπως το Caelyx
Υποστηρικτικής αγωγης όπως το Neulasta
Φαρμάκων όπως η δεξαμεθαζόνη και η πρεδνιζόνη σε σιρόπι.

Αυξημένη εγρήγορση και επικοινωνία με αλλεργιολόγο πριν το επικείμενο εμβολιασμό απαιτείται για άτομα με:

Ιστορικό αλλεργικών αντιδράσεων σε προηγούμενους εμβολιασμούς
Σύνδρομο ενεργοποίησης μαστοκυττάρων
Ιδιοπαθή αναφυλαξία σε ορισμένες εμπορικές ονομασίες ή δόσεις των ίδιων φαρμάκων (και κατά συνέπεια όχι στην δραστική ουσία)

Εκτίμηση από τον θεράποντα ιατρό κατά περίπτωση και από τον ιατρό που επιβλέπει τον εμβολιασμό πρέπει να γίνεται για ασθενείς με ιστορικό σοβαρών αλλεργικών αντιδράσεων.

Αντένδειξη αποτελεί η άμεση αλλεργική αντίδραση οποιαδήποτε σοβαρότητας στο polysorbate (λόγω πιθανής διασταυρούμενης υπερευαισθησίας με το συστατικό PEG του εμβολίου).
Εγκυμοσύνη, ανήλικοι και πυρετός

Δεν υπάρχουν αρκετά κλινικά δεδομένα για τις εγκύους. Γι’ αυτό προς το παρόν δεν ενδείκνυται ο εμβολιασμός τους με το εμβόλιο για την COVID-19. Για τον ίδιο λόγο δεν ενδείκνυται ακόμη ο εμβολιασμός εφήβων και παιδιών ηλικίας κάτω των 16 ετών.
Ο εμβολιασμός πρέπει να αναβάλλεται σε ασθενείς με οξεία σοβαρή εμπύρετη νόσο.
Από τις κλινικές μελέτες έχει προκύψει ότι είναι σπάνιες (κάτω από 1% ή 15 ανά 1 εκατομμύριο δόσεις) οι σοβαρές αλλεργικές-αναφυλακτικές αντιδράσεις στο εμβόλιο εναντίον της λοίμωξης που προκαλεί ο κορωνοϊός