Υποστελεχωμένα τα νοσοκομεία της Μακεδονίας
Υποστελεχωμένα κατά 50% σε μόνιμο ιατρικό προσωπικό είναι τα Νοσοκομεία σε τρείς νομούς της Μακεδονίας. Επίσης, υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού τόσο στις Υγειονομικές Μονάδες όσο και στο ΕΚΑΒ. Οι δε δημόσιες δομές Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας δεν επαρκούν για την κάλυψη των αυξημένων αναγκών.
Τις τραγικές αυτές διαπιστώσεις έκανε κλιμάκιο του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, με επικεφαλής τον Πρόεδρο κ. Μιχαήλ Βλασταράκο, που επισκέφθηκε τις Υγειονομικές Μονάδες της Καβάλας, των Σερρών και της Δράμας στις 28 – 30 Οκτωβρίου μετά από πρόσκληση και συνεννόηση με τους Ιατρικούς Συλλόγους των περιοχών.
Κατά τη διάρκεια τη επίσκεψης το κλιμάκιο του Π.Ι.Σ. συζήτησε με Προέδρους και μέλη των Διοικητικών Συμβουλίων των Ιατρικών Συλλόγων, εκπροσώπους των Νοσοκομειακών Ιατρών, του ΠΕΔΥ και του ΕΟΠΥΥ, Ιδιώτες και Εργαστηριακούς Ιατρούς, Διευθυντές Κέντρων Υγείας, καθώς και Διοικητές των Νοσοκομείων, για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Διαπιστώθηκαν τα εξής:
Υποστελέχωση των υγειονομικών μονάδων σε μόνιμο ιατρικό προσωπικό, η οποία μεσοσταθμικά ανέρχεται στο 50%.
Μεγάλη έλλειψη ειδικευομένων ιατρών σε ορισμένα Νοσοκομεία.
Έλλειψη λοιπού προσωπικού στα Νοσοκομεία, δυσλειτουργίες στο ΕΚΑΒ και αδυναμία ασφαλούς εφημέρευσης κλινικών και τμημάτων.
Όσον αφορά τα Κέντρα Υγείας των παραπάνω περιοχών, η αποσύνδεσή τους από τα Νοσοκομεία, έχει δημιουργήσει πολλά και σοβαρά προβλήματα, τα οποία αυξάνουν με τις αποσπάσεις γενικών ιατρών, προκειμένου να καλύπτουν εφημεριακές ανάγκες των Νοσοκομείων, καθώς και την μεταφορά περιστατικών που χρήζουν νοσοκομειακής περίθαλψης από τα Κέντρα Υγείας προς τα Νοσοκομεία.
Οι μονάδες ΠΕΔΥ λειτουργούν υποτυπωδώς και οι συμβεβλημένοι ιατροί του ΕΟΠΥΥ είναι ελάχιστοι.
Οι δημόσιες δομές της πρωτοβάθμιας περίθαλψης δεν επαρκούν για την κάλυψη των αναγκών.
Τα ιδιωτικά ιατρεία, λόγω της φτωχοποίησης της κοινωνίας από τα περιοριστικά μέτρα που συνεχώς επιβάλλονται, υπολειτουργούν. Πολλά κλείνουν και οι ιατροί οδηγούνται στην υπαλληλοποίηση ή στην ανεργία, ενώ αρκετοί είναι αυτοί που αναγκάζονται να μεταναστεύουν. Ειδικότερα, οι εργαστηριακοί ιατροί αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα εξαιτίας του χαμηλού προϋπολογισμού για τις διαγνωστικές εξετάσεις και του απαράδεκτου και υπερβολικού clawback, το οποίο επιβάλλεται, πλέον του rebate. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την κοστολόγηση και κάλυψη από τον ΕΟΠΥΥ 86 νέων εξετάσεων χωρίς την ανάλογη αύξηση του προϋπολογισμού του Οργανισμού, δημιουργούν ένα ασφυκτικό περιβάλλον γι αυτή την κατηγορία των ιατρών οι οποίοι καλούνται καθημερινά να καλύψουν τα κενά που δημιουργεί στην περίθαλψη η έλλειψη δημοσίων δομών.
Αυξήθηκε κατά 70% η προσέλευση στα Νοσοκομεία για υπηρεσίες ΠΦΥ
Μετά τις συζητήσεις, οι εκπρόσωποι του Π.Ι.Σ. και των αρμοδίων τοπικών φορέων συμφώνησαν ότι πρέπει να γίνουν τα ακόλουθα βήματα:
Δημιουργία υπηρεσιών πρωτοβάθμιας περίθαλψης με δημόσιες δομές, ώστε να αποσυμφορηθούν τα Νοσοκομεία από έναν ρόλο που δεν τους ανήκει. Να σημειωθεί ότι η προσέλευση των ασθενών στα Νοσοκομεία, για την παροχή υπηρεσιών πρωτοβάθμιας περίθαλψης, έχει αυξηθεί κατά 70%.
Στελέχωση των Νοσοκομείων με μόνιμο νέο προσωπικό για την ανανέωση του γερασμένου ΕΣΥ (μέσος όρος ηλικίας 60 έτη).
Ανανέωση της υλικοτεχνικής υποδομής και αντικατάσταση των πεπαλαιωμένων μηχανημάτων.
Σωστή λειτουργία της επείγουσας προνοσοκομειακής φροντίδας.
Αύξηση των δημοσίων δαπανών υγείας
Επίσης, οι εκπρόσωποι των ιατρών τόνισαν ότι πρέπει να προχωρήσουν οι συμβάσεις με τον ΕΟΠΥΥ και να λειτουργήσει η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης. Με την επ΄ αόριστον αναβολή της σύναψης νέων συμβάσεων ουσιαστικά το κράτος δείχνει την πόρτα της εξόδου στους νέους ιατρούς.
Τόνισαν ότι πρέπει να αυξηθεί ο προϋπολογισμός του ΕΟΠΥΥ για τις διαγνωστικές εξετάσεις ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες των πολιτών και με την πρόσθεση των 86 εξετάσεων, αλλά και να μην συνεχιστεί η κλοπή των ιατρών μέσω του απαράδεκτου clawback.
Το Υπουργείο Υγείας θα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειές του για να αυξηθεί ο προϋπολογισμός των δημόσιων δαπανών υγείας. Η επιχορήγηση του ΕΟΠΥΥ θα πρέπει να ανέλθει στο 1% του ΑΕΠ, αντί του 0,26% που είναι σήμερα, προκειμένου ο Οργανισμός να μπορεί να παράσχει στους ασφαλισμένους αξιοπρεπείς υπηρεσίες υγείας αλλά και να είναι σε θέση να εκπληρώνει τις συμβατικές του υποχρεώσεις. Πρέπει, παράλληλα, τα Ασφαλιστικά Ταμεία να εφαρμόσουν το Νόμο, ώστε να διοχετεύονται απευθείας οι εισφορές ασθένειας προς τον ΕΟΠΥΥ.
Σε ό,τι αφορά τα Νοσοκομεία, για τη καλύτερη λειτουργία τους, απαιτείται σωστή οργάνωση των Τμημάτων Επειγόντων Περιστατικών με ανεξαρτησία από τις υπόλοιπες δομές του Νοσοκομείου, προκειμένου οι κλινικές και τα τμήματα να λειτουργούν με ορθούς και ασφαλείς κανόνες.
Ακόμη, αναφέρθηκε η αναγκαιότητα ηλεκτρονικοποίησης του συστήματος σε όλα τα επίπεδα με τη δημιουργία ηλεκτρονικού φακέλου, ηλεκτρονικής κάρτας, την ενσωμάτωση των κατευθυντήριων οδηγιών και των διαγνωστικών πρωτοκόλλων στο σύστημα της ΗΔΙΚΑ, και real time παρακολούθηση των πράξεων.
Συντάκτης: Δήμητρα Χατζηπαναγιώτου