Γενόσημα: Αλήθειες, ψεύδη και τεκμηριωμένες πολιτικές
Παρά τη σημαντική μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης στην περίοδο 2009-2014, η συνολική φαρμακευτική δαπάνη εξακολουθεί να είναι συγκριτικά υψηλή. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, το μερίδιο των γενοσήμων φαρμάκων, παρά τα μέτρα και τις εξαγγελίες, παραμένει χαμηλό. Συγκεκριμένα, τα γενόσημα φάρμακα έχουν μερίδιο 22-24% επί του όγκου και 21-22% επί της αποζημιούμενης δαπάνης.
Όπως τονίστηκε στο 11ο Πανελλήνιο Συνέδριο για τη διοίκηση, τα οικονομικά και τις πολιτικές της υγείας 2015, η διείσδυση των γενοσήμων είναι υψηλή μόνο σε θεραπευτικές κατηγορίες, όπως οι στατίνες, οι πραζόλες, οι σαρτάνες, προσεγγίζοντας το 50-60% του όγκου.
Τα νέα φάρμακα καταλαμβάνουν ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς. Τα νέα φάρμακα, εφόσον κατατάσσονται στη λίστα σε cluster χωρίς γενόσημα, μειώνουν το ποσό συμμετοχής του ασθενούς, εφόσον επιλέγονται αντί παλαιοτέρων θεραπειών. Τελικά, για κάθε δύο φάρμακα εκτός πατέντου που υποκαθίστανται, μόνο το ένα καταλήγει σε γενόσημο, ενώ το άλλο υποκαθίσταται από νεότερο και πιο δαπανηρό.
Σύμφωνα με τον Νίκο Μανία (Minte Ltd.), οι μέχρι τώρα πολιτικές ενίσχυσης των γενοσήμων δεν έχουν αποδώσει και μέτρα, όπως η συνταγογράφηση με βάση τη δραστική ουσία, έχουν αποφέρει πενιχρά οφέλη. Αλλά και ο τρόπος υπολογισμού της συμμετοχής των ασθενών δεν ευνοεί την υποκατάσταση προς γενόσημα. Οι ασθενείς αποθαρρύνονται ως προς την επιλογή γενοσήμων, γεγονός στο οποίο συμβάλλουν συχνά και οι γιατροί και οι φαρμακοποιοί, οι οποίοι επιλέγουν, για διαφορετικούς λόγους, πρωτότυπα, νεότερα και πιο δαπανηρά φάρμακα. Κλείνοντας, ο κύριος Μανίας τόνισε ότι η εθνική πολιτική για την αύξηση της διείσδυσης των γενοσήμων είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη, αλλά και για την αποδέσμευση πόρων για την καινοτομία.
Ο Καθηγητής Νεφρολογίας Γιάννης Μπολέτης αναφέρθηκε στη χρήση των γενοσήμων στο νοσοκομειακό περιβάλλον, και τόνισε τη σημασία της εκπαίδευσης των γιατρών σχετικά με τη χρήση τους. Ότι ο ασθενής έχει σήμερα μια δυνατότητα επιλογής την οποία δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί, επεσήμανε η Ζωή Δέδε, ενώ η Μαρία Τριανταφύλλου, Υπεύθυνη Δημοσίων Σχέσεων και μέλος Δ.Σ. της ΠΟΣΣΑΣΔΙΑ, διατύπωσε την άποψη ότι υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες τα πρωτότυπα και γενόσημα φάρμακα έχουν την ίδια τιμή.
Ο Πρόεδρος της ΠΕΦ, Θεόδωρος Τρύφων, τόνισε την ανάγκη τεκμηριωμένων αποφάσεων προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα της υποκατάστασης και της ορθής συνταγογράφησης. Αναφέρθηκε επίσης στη σημασία της δημιουργίας προστιθέμενης αξίας εντός του κλειστού πρϋπολογισμού φαρμακευτικής δαπάνης.
Ο Αντιπρόεδρος της ΠΕΦ, κύριος Δημήτρης Δέμος, αναφέρθηκε στο μύθο περί προστασίας της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας, ο οποίος καταρρίπτεται από τη διαχρονική εξέλιξη των μεριδίων αγοράς μεταξύ εισαγομένων και παραγομένων, η οποία είναι αρνητική για τα εγχωρίως παραγόμενα φάρμακα.
Η Αθηνά Τριανταφυλλίδη, Προϊσταμένη Διεύθυνσης Λειτουργίας και Υποστήριξης Εφαρμογών Η.ΔΙ.ΚΑ. Α.Ε., δήλωσε ότι χρειαζόμαστε εθνικές βάσεις δεδομένων για τη χρήση των φαρμάκων, οι οποίες θα πρέπει και να αξιοποιούνται. Ο ΕΟΦ κάνει τακτικά εργαστηριακούς ελέγχους, αλλά δεν το επικοινωνεί επαρκώς και συστηματικά, τόνισε η πρώην Αντιπρόεδρος Α΄του Οργανισμού, Κατερίνα Φαμέλη. Η σημερινή Αντιπρόεδρος Α΄, Δέσποινα Μακριδάκη, επεσήμανε τις δυσκολίες της Πολιτείας να συμμορφωθεί με διαδικασίες και να τις τηρήσει. Χρειάζονται μεγάλες παρεμβάσεις, θεραπευτικά πρωτόκολλα, ποιοτικά γενόσημα και ελληνικό φάρμακο, καθώς και επένδυση στην επικοινωνία, παρατήρησε ο σημερινός Αντιπρόεδρος Β΄, Ηλίας Γιαννόγλου.