Οι φαρμακαποθηκάριοι ζητούν ακύρωση του νέου δελτίου τιμών φαρμάκων
Στο ΣτΕ θα προσφύγει ο Πανελλήνιος Σύλλογος Φαρμακαποθηκαρίων, ζητώντας την ακύρωση του νέου δελτίου τιμών φαρμάκων. Οπως είπαν οι εκπρόσωποί του σε συνέντευξη Τύπου, η σχετική υπουργική απόφαση κάνει λόγο για 20 ημέρες, είναι όμως 17, ενώ αν αφαιρεθούν και οι μέρες των γιορτών απομένουν 10 μέρες, για να διαθέσουν οι φαρμακαποθήκες το απόθεμα των φαρμάκων που διαθέτουν και το οποίο έχουν αγοράσει σε τιμές υψηλότερες από εκείνες που διαμορφώθηκαν με το νέο δελτίο, με αποτέλεσμα όπως είπε, ο γραμματέας του Συλλόγου Θεόδωρος Σκυλακάκης, οι αποθήκες να υποστούν σημαντική οικονομική ζημία. Αντίθετα, όπως είπε, τα φαρμακεία δεν αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα, καθώς τους παρέχεται η δυνατότητα να διαθέσουν το απόθεμά τους σε 45 ημέρες. Οι εκπρόσωποι των φαρμακαποθηκαρίων μίλησαν για “στρέβλωση της αγοράς και χειραγώγησή της”, ενώ κατηγόρησαν την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας για απουσία διαλόγου.
Οσον αφορά στις ελλείψεις φαρμάκων, ο κ. Σκυλλάκης είπε ότι τις δημιουργεί η παρατεταμένη αβεβαιότητα της αγοράς, η ατιμωρησία των εταιριών, που μειώνουν αλόγιστα τις ποσότητες που πωλούν και οι ανεξέλεγκτες και παράνομες εξαγωγές που πραγματοποιεί μέρος των φαρμακείων και για τις οποίες παραδόξως σιωπούν ο ΠΦΣ, ο ΣΦΕΕ και η πολιτεία.
Αμεση ήταν η απάντηση του Πανελληνίου Φαρμακευτικού Συλλόγου. «Η φαρμακευτική αγορά βρίσκεται σε δυσχερή θέση λόγω των ελλείψεων και παρόλα ταύτα οι εκπρόσωποι των φαρμακαποθηκαρίων κοντόφθαλμα βάλλουν κατά των φαρμακείων». Ο ΠΦΣ ανέφερε ότι «οι φαρμακευτικές εταιρείες τιμολογούν με τις νέες μειωμένες τιμές με την έκδοση του Δελτίου Τιμών. Συνεπώς από την πρώτη ημέρα οι φαρμακαποθήκες αγοράζουν με τις μειωμένες τιμές, πουλώντας όμως με τις παλιές υψηλές προς τα φαρμακεία. Την ίδια ώρα που τα φαρμακεία αγωνίζονται με μικρές ποσότητες να μειώσουν το στοκ τους. Επομένως οποιοδήποτε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 20 ημερών οδηγεί σε κερδοφορία σε βάρος των φαρμακείων».
Οσον αφορά στις ελλείψεις, σύμφωνα με τον ΠΦΣ, αυτές οφείλονται στον μη ικανό εφοδιασμό της αγοράς από τις εταιρείες αλλά κυρίως στις παράλληλες εξαγωγές, οι οποίες αυξάνονται όσο μειώνονται οι τιμές φαρμάκων στην Ελλάδα.