Ευρυαγγείες & Κιρσοί: Πώς να αποκτήσετε ξανά όμορφα και υγιή πόδια
Άγχος με την εμφάνιση των ποδιών τους νοιώθουν αυτή την εποχή οι γυναίκες που πάσχουν από ευρυαγγείες και κιρσούς, μιας και όλες θέλουν τα πόδια τους να έχουν την τέλεια εμφάνιση για να μπορούν να φορούν σορτς, φούστες και σε λίγο καιρό μαγιό, αφού το καλοκαίρι δεν είναι μακριά.
Οι κιρσοί είναι μια συχνή πάθηση, με το 50% του πληθυσμού άνω των 40 ετών να εμφανίζει δικτυωτούς κιρσούς και/ή ευρυαγγείες και το 15% κιρσούς σοβαρής μορφής. Φλεβική πάθηση μπορεί να αναπτύξει ο καθένας, ανεξάρτητα από το φύλο και την ηλικία του, αν και πιο επιρρεπή είναι τα άτομα μεταξύ 34 και 64 ετών. Παρότι το 70 έως 80% των ασθενών είναι γυναίκες, αυτό δεν σημαίνει ότι οι άνδρες δεν υποφέρουν από ασθένειες των φλεβών, ωστόσο είναι λιγότερο πιθανό να αναζητήσουν θεραπεία.
«Οι ευρυαγγείες είναι διατεταμένες μικροσκοπικές φλέβες, που βρίσκονται πολύ κοντά στην επιφάνεια του δέρματος και έχουν διάμετρο 0.5-1 mm. Συνήθως έχουν ερυθρή, μωβ ή κυανή απόχρωση και εντοπίζονται κυρίως στα πόδια, ενώ σε μερικές περιπτώσεις τις συναντούμε στο πρόσωπο ή άλλα μέρη του σώματος. Οι φλεβεκτασίες είναι και αυτές παθολογικά διατεταμένες φλέβες, λίγο μεγαλύτερες σε μέγεθος (1-3 mm σε διάμετρο), που συχνά υπάρχουν μαζί με τις ευρυαγγείες. Βρίσκονται λίγο βαθύτερα στο δέρμα και έχουν συνήθως κυανή απόχρωση. Πολλές φορές τις ονομάζουμε τροφοφόρες φλέβες, καθώς όταν παρουσιάζουν ανεπάρκεια, τροφοδοτούν με αίμα τις ευρυαγγείες. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η νόσος είναι ασυμπτωματική, αλλά όταν δίνει συμπτώματα αυτά είναι κνησμός, καύσος και σπανιότερα πόνος.
Οι κιρσοί είναι διατεταμένες φλέβες που βρίσκονται κάτω από το δέρμα, γι’ αυτό και συχνά δεν είναι ορατοί με γυμνό μάτι. Προκαλούνται, όπως και οι ευρυαγγείες, από ανεπάρκεια των βαλβίδων, οι οποίες βρίσκονται στον αυλό των φλεβών και επιτρέπουν τη ροή του αίματος μόνο προς μία κατεύθυνση. Όσοι πάσχουν από κιρσούς βιώνουν πόνο, καύσο, κνησμό, κράμπες κατά τη διάρκεια της νύχτας, έχουν αίσθηση βάρους και ίσως παρουσιάσουν οίδημα, συμπτώματα που επιδεινώνονται το βράδυ.
Η πάθηση μπορεί να οδηγήσει σε προχωρημένες περιπτώσεις σε φλεβικό έκζεμα, αποχρωματισμό του δέρματος, σκλήρυνση της κνήμης και του αστραγάλου, και εξέλκωση. Επίσης, υπάρχει πιθανότητα να προκληθεί επιπολής θρομβοφλεβίτιδα, γι’ αυτό και είναι απαραίτητη η αναζήτηση ιατρικής συμβουλής σε περιπτώσεις άλγους στα κάτω άκρα κατά την ορθοστασία ή την εκτέλεση σωματικών δραστηριοτήτων», σημειώνει ο αγγειοχειρούργος κ. Παπουτσής Κωνσταντίνος MSc.
Στο γενικό πληθυσμό, παρόλο που οι φλεβικές παθήσεις είναι πολύ συχνές, κυριαρχούν λανθασμένες αντιλήψεις σχετικά με τις αιτίες πρόκλησής τους και τους τρόπους αντιμετώπισής τους. Για παράδειγμα, συχνά αναφέρεται ότι το σταυροπόδι προκαλεί κιρσούς, το οποίο είναι εντελώς αναληθές, καθώς «εκτός από το θήλυ φύλο και την ηλικία, προδιαθεσικοί παράγοντες είναι η κληρονομικότητα, καταστάσεις που προκαλούν αυξημένη ενδοκοιλιακή πίεση, δερματικές βλάβες, προηγηθείσα φλεβική επέμβαση, αυξημένο σωματικό βάρος, παρατεταμένη ορθοστασία ή ανάρτηση των κάτω άκρων, παρατεταμένη ακινητοποίηση και έκθεση στον ήλιο και τη ζέστη. Ειδικά για τις γυναίκες, οι ορμονικές μεταβολές στην εφηβεία, την κύηση και την εμμηνόπαυση, η λήψη αντισυλληπτικών και ορμονικής θεραπείας υποκατάστασης προδιαθέτουν στην εμφάνιση ευρυαγγειών και φλεβεκτασιών», διευκρινίζει ο κ. Παπουτσής.
Η αρχική αντιμετώπιση περιλαμβάνει μη παρεμβατικά μέτρα, με σκοπό την ανακούφιση από τα συμπτώματα και την πρόληψη επιπλοκών και την εξέλιξη της νόσου σε σοβαρότερες μορφές. Η χρήση της ελαστικής κάλτσας διαβαθμισμένης συμπίεσης είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της συντηρητικής αντιμετώπισης και συνιστάται σε όλους τους ασθενείς, καθώς είναι αποδεδειγμένη η αποτελεσματικότητά της στην αντιμετώπιση του πόνου, του οιδήματος και της βελτίωσης της ποιότητας ζωής, εφόσον επιτευχθεί συμμόρφωση της τάξης 70-80%.
Επιβοηθητικά στη χρήση της κάλτσας, συστήνονται μέτρα προσαρμογής της καθημερινότητας, όπως είναι η αποφυγή της ορθοστασίας, η ανάρροπη θέση των κάτω άκρων κατά την κατάκλιση, η διατήρηση φυσιολογικού σωματικού βάρους, η σωματική άσκηση (περπάτημα, κολύμπι), η αποφυγή της θερμότητας και της έκθεσης στον ήλιο και τα ψυχρά ποδόλουτρα τους θερινούς μήνες. Τα μη παρεμβατικά μέτρα, αν και είναι αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων, δεν αντιμετωπίζουν την υποκείμενη φλεβική παθολογία και εφόσον ο ασθενής σταματήσει να συμμορφώνεται, η νόσος υποτροπιάζει αμέσως και εξελίσσεται.
Η στρατηγική, γενικά, στην αντιμετώπιση των φλεβικών παθήσεων υπαγορεύει την αντιμετώπιση της παθολογίας στα μεγαλύτερα ανεπαρκούντα φλεβικά στελέχη και εν συνεχεία στα μικρότερα. Με αυτό κατά νου, γίνεται αντιληπτό ότι πριν την αντιμετώπιση των ευρυαγγειών και φλεβεκτασιών θα πρέπει ναι διερευνηθούν και να αντιμετωπιστούν τυχόν ανεπάρκεια μεγαλύτερων φλεβών. Για το λόγο αυτό, χρειάζεται οπωσδήποτε μια υπερηχογραφική εξέταση με triplex φλεβών, πριν επιχειρηθεί οποιαδήποτε παρέμβαση. Η διεθνής εμπειρία έχει δείξει ότι αν επιχειρηθεί παρέμβαση σε ευρυαγγείες και φλεβεκτασίες, ενώ υπάρχει ανεπάρκεια και μεγαλύτερων φλεβών, η υποτροπή των ευρυαγγειών είναι αναπόφευκτη, ενώ είναι συχνότερη η υπέρχρωση του δέρματος, η εμφάνιση ελκών και το τηλεγγειακτατικό matting.
«Εφόσον αποφασιστεί παρέμβαση για ευρυαγγείες και φλεβεκτασίες, αυτή είναι ελάχιστα παρεμβατική, σχετικά ανώδυνη, γρήγορη και σε συνθήκες ιατρείου. Ο ασθενής επιστρέφει άμεσα στις καθημερινές του δραστηριότητες, με σύσταση για περπάτημα και χρήση ελαστικών καλτσών μετά την παρέμβαση για βελτιστοποίηση του αποτελέσματος. Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι οι ευρυαγγείες και οι φλεβεκτασίες, αν και γενικά καλοήθεις, δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με αδιαφορία, αλλά θα πρέπει να ζητείται η εξέταση από ειδικό», καταλήγει ο κ. Παπουτσής.