Ελεγχος χρονίων νοσημάτων στην Ελλάδα
Η διαχείριση και ο έλεγχος των μειζόνων χρονίων νοσημάτων στην Ελλάδα, δηλαδή των εγκεφαλικών επεισοδίων, της καρδιακής ανεπάρκειας, του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και της υπέρτασης ήταν το αντικείμενο συνεδρίας στο 11ο Πανελλήνιο Συνέδριο για τη διοίκηση, τα οικονομικά και τις πολιτικές της υγείας 2015 που πραγματοποιήθηκε με επιτυχία στην Αθήνα. Οι έγκριτοι καθηγητές στις παρουσιάσεις τους έδωσαν επιδημιολογικά στοιχεία για τα νοσήματα, αναφέρθηκαν σε ερευνητικά προγράμματα ή δράσεις που πραγματοποιούνται σε κέντρα όπως το Αττικό Νοσοκομείο για την καρδιακή ανεπάρκεια, σε μελέτες όπως η ΕΜΕΝΟ, η οποία είναι σε εξέλιξη και καταγράφει τη νοσηρότητα και παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου. Ο καθένας στην ειδικότητά του ανέλυσε τις προκλήσεις στην αντιμετώπιση των μειζόνων χρονίων νοσημάτων, αναφέρθηκε σε νέες θεραπείες και προσεγγίσεις και κατέθεσε προτάσεις για καλύτερη οργάνωση των σχετικών υπηρεσιών υγείας.
Ο κ. Κωνσταντίνος Βέμμος, Παθολόγος, Stroke Medicine, MD, PhD, FESO, Συνεργάτης Hellenic Cardiovascular Research Society, στην ομιλία του με τίτλο «Διαχείριση και έλεγχος των εγκεφαλικών επεισοδίων στην Ελλάδα», αναφέρθηκε στις μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί την τελευταία 20ετία στην Ελλάδα με βάση μητρώα και έδειξαν με μεγάλη οικονομική επιβάρυνση σε άμεσο και έμμεσο κόστος. Ο κ. Βέμμος διαπίστωσε ότι η ετήσια επίπτωση της νόσου στην Ελλάδα είναι “ικανοποιητική” αλλά δεν μειώνεται περαιτέρω. Ένας από τους λόγους είναι ότι δεν υπάρχει οργανωμένο σχέδιο της Πολιτείας για τον σκοπό αυτό, δεν έχουν δημιουργηθεί ειδικά κέντρα για τη διαχείριση των εγκεφαλικών επεισοδίων, ενώ η συνολική οικονομική επιβάρυνση από την νόσο είναι μεγάλη. Όπως επισήμανε ο κ. Βέμμος είναι απαραίτητο να μειωθεί η προνοσοκομειακή καθυστέρηση, να οργανωθούν Μονάδες Οξέων Εγκεφαλικών (υπογραμμίζοντας τη σημασία της θρομβόλυσης στην αντιμετώπιση ενός ποσοστού ασθενών και των ενδοαυλικών συσκευών επαναιμάτωσης) καθώς και να δημιουργηθούν κέντρα αποκατάστασης των ασθενών που έχουν υποστεί εγκεφαλικό.
Η καρδιακή ανεπάρκεια στις επόμενες δεκαετίες θα γίνει πανδημία, είπε ο κ. Ιωάννης Παρίσης, Αναπληρωτής Καθηγητής Καρδιολογίας ΕΚΠΑ, Β΄ Καρδιολογική Κλινική, Π.Γ.Ν. «Αττικόν», στην ομιλία του «Σύγχρονη θεώρηση της καρδιακής ανεπάρκειας: Επίδραση στην πρόγνωση και το κόστος». Σύμφωνα και με ελληνικά στοιχεία, η θνητότητα της νόσου στην πενταετία είναι αυξημένη. Όσον αφορά το κόστος της νόσου, μεγάλη αύξηση δημιουργούν οι εισαγωγές στο νοσοκομείο –ιδιαίτερα σε ασθενείς με σοβαρή νόσο και οι πολλαπλές επανεισαγωγές. Επίδραση τόσο στην πρόγνωση όσο και το κόστος έχουν ορισμένοι δείκτες της νόσου, οι οποίοι επηρεάζουν τη διάρκεια νοσηλείας ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια, και αυτοί πρέπει να αξιοποιηθούν. Για να γίνει αυτό χρειάζεται καλύτερη εκπαίδευση των ιατρών, ιδιαίτερα αυτών της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, επισήμανε ο κύριος Παρίσης. Επίσης, καλύτερη διαχείριση των ασθενών και καλύτερη επιβίωση μπορεί να επιτευχθεί σε ιατρεία καρδιακής ανεπάρκειας. Η αντιμετώπιση της νόσου σήμερα γίνεται με αποτελεσματικό ως προς το κόστος τρόπο με φάρμακα όπως η ιβαμπραδίνη, αλλά γίνονται έρευνες για νέες θεραπείες που να μειώνουν περαιτέρω τις νοσηλείες. Σε επιλεγμένους ασθενείς με προχωρημένη νόσο προτείνεται πλέον ως τελική θεραπεία η συσκευή υποβοήθησης αριστερής κοιλίας με καλή επιβίωση.
Ο κ. Αλέξιος Σωτηρόπουλος, Παθολόγος – Διαβητολόγος, MD, PhD, Γ.Ν. Νίκαιας-Πειραιά ξεκίνησε την ομιλία του με τίτλο «Η σημασία της έγκαιρης αναζήτησης και αποτελεσματικής αντιμετώπισης του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2», αναφέροντας το υψηλό ποσοστό επιπολασμού του ΣΔ 2 στην Ελλάδα που ανέρχεται σε 11%. Όπως επισήμανε, υψηλά είναι τα επίπεδα των προδιαβητικών, που είναι σημαντικό να εντοπίζονται ώστε με παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής –έλεγχος βάρους, διατροφή, άσκηση– να προλαμβάνεται ο σακχαρώδης διαβήτης και να μειώνονται οι επιπλοκές του οι οποίες ξεκινούν νωρίς στην πορεία της νόσου. Συγκεκριμένα τα άτομα αυτά πρέπει να ελέγχονται με γλυκόζη πλάσματος νηστείας και με καμπύλη ανοχής στη γλυκόζη εάν οι τιμές τους βρίσκονται στη γκρίζα ζώνη. Η ρύθμισή του ΣΔ 2 είναι πρόκληση και στην Ελλάδα, όπως παγκοσμίως, καθώς λιγότεροι από τους μισούς ασθενείς είναι ρυθμισμένοι με αποτέλεσμα την αύξηση των επιπλοκών της νόσου και αντίστοιχα των δαπανών για την αντιμετώπισή τους. Όσον αφορά το κόστος αντιμετώπισης του σακχαρώδη διαβήτη, ένα 93% αφορά τις τις επιπλοκές του, ενώ ένα πολύ μικρό μέρος αυτού αφορά τα φάρμακα. Τέλος, ο κ. Σωτηρόπουλος παρατήρησε ότι στην Ελλάδα δαπανώνται τα περισσότερα διαθέσιμα χρήματα για την αντιμετώπιση του διαβήτη στη νοσοκομειακή φροντίδα, ενώ η πρόληψη μένει στο περιθώριο.
Ο κ. Γεώργιος Στεργίου, Καθηγητής Παθολογίας – Υπέρτασης, Κέντρο Υπέρτασης STRIDE-7, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Γ΄ Παθολογική Κλινική, Νοσοκομείο «Σωτηρία», Αθήνα, στην ομιλία του «Η υπέρταση στην Ελλάδα: τρέχουσα κατάσταση – αναμενόμενη εξέλιξη – στρατηγική αντιμετώπισης». Η υπέρταση είναι το συχνότερο χρόνιο πρόβλημα στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και έχει μεγάλη σημασία για τον κλινικό ιατρό γιατί αποτελεί παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου. Τα ποσοστά ρύθμισης της υπέρτασης είναι χαμηλά στη χώρα μας, όπως και στις περισσότερες χώρες του κόσμου, με εξαίρεση τον Καναδά που φθάνει το 50%, ανέφερε ο κύριος Στεργίου. Έχουν γίνει πλήθος μελετών για την υπέρταση, η μεθοδολογία αντιμετώπισής είναι γνωστή στους ιατρούς, ωστόσο υπάρχει μια δυσκολία στη διάγνωσή της με τη συνήθη μέτρηση της πίεσης στο ιατρείο ή στο σπίτι να δίνει συχνά ψευδή αποτελέσματα ή να συγκαλύπτει περιστατικά. Η μέθοδος που προκρίνεται τελευταία για να τεθεί η διάγνωση της υπέρτασης είναι η 24ωρη καταγραφή της αρτηριακής πίεσης, την οποία υιοθετεί και το NICE. Ωστόσο, αναζητούνται τρόποι να μειωθεί το κόστος αυτής της μεθόδου, ώστε να γενικευθεί η χρήση της.