Διάγνωση καρκίνου μαστού με τη χρήση των αλγόριθμων!
Οι αλγόριθμοι της τεχνητής νοημοσύνης είναι ήδη σε θέση να κάνουν διαγνώσεις των μεταστάσεων του καρκίνου του μαστού στους λεμφαδένες εξίσου καλά με τους γιατρούς ή και καλύτερα, σύμφωνα με μια νέα ολλανδική επιστημονική έρευνα.
Οι ερευνητές του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου Ράντμπουντ, με επικεφαλής τον παθολόγο δρα Γερούν βαν ντερ Λάακ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό JAMA (Journal of American Medical Association), διοργάνωσαν για πρώτη φορά μια «κόντρα» υπολογιστών εναντίον παθολόγων.
Οι συμμετέχοντες στο διαγωνισμό CAMELYON16 (23 ερευνητικές ομάδες από διάφορες χώρες) χρησιμοποίησαν 270 ψηφιακές εικόνες ιστών γυναικών με διαγνωσμένες μεταστάσεις για να εκπαιδεύσουν αλγόριθμους να κάνουν τις σχετικές διαγνώσεις.
Ο καλύτερος αλγόριθμος τεχνητής νοημοσύνης, αυτός που ανακηρύχθηκε νικητής, ανίχνευσε τις μεταστάσεις εξίσου καλά με τον παθολόγο που εργάστηκε χωρίς χρονικούς περιορισμούς. Κατά μέσο όρο, τόσο ο αλγόριθμος όσο και ο έμπειρος γιατρός έκαναν 1,25 ψευδώς θετικές διαγνώσεις ανά 100 εικόνες (μεταστάσεις που δεν υπήρχαν στην πραγματικότητα).
Κατά μέσο όρο οι επτά κορυφαίοι αλγόριθμοι απέδωσαν σημαντικά καλύτερα από τους 11 γιατρούς που αξιολόγησαν τις εικόνες των ασθενών στις ρεαλιστικές νοσοκομειακές συνθήκες υπό πίεση χρόνου.
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι τέτοια συστήματα τεχνητής νοημοσύνης στο μέλλον θα γίνουν ρουτίνα στα ιατρικά κέντρα και θα παράσχουν σημαντική βοήθεια στους γιατρούς για να κάνουν ακριβέστερες και ταχύτερες διαγνώσεις.
«Για πρώτη φορά διαπιστώσαμε ότι ένας υπολογιστής είναι σε θέση να κάνει διάγνωση τόσο αποτελεσματικά όσο ένας παθολόγος. Συνεπώς ένας γιατρός με έναν τέτοιο αλγόριθμο στη διάθεσή του είναι σε καλύτερη θέση από ένα γιατρό χωρίς αλγόριθμο. Ο ασθενής λαμβάνει το αποτέλεσμα της βιοψίας πιο γρήγορα και ο αλγόριθμος βοηθά τους παθολόγους να κάνουν καλύτερες διαγνώσεις ακόμη και κάτω υπό πίεση χρόνου» δήλωσε ο Λάακ.
Οι ερευνητές εκτίμησαν ότι τέτοιοι αλγόριθμοι θα είναι διαθέσιμοι σε λίγα χρόνια για κλινική χρήση.
(Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ)