Αξιολόγηση Τεχνολογιών Υγείας: Είναι οι συνθήκες ώριμες;
Η αξιολόγηση των τεχνολογιών υγείας (ΗΤΑ) είναι ιδιαίτερα σημαντική για την πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες υψηλού κόστους, σε μια εποχή περιορισμένων πόρων. Και πλέον είναι επιβεβλημένη και στη χώρα μας, στο πλαίσιο των μνημονιακών μας υποχρεώσεων. Είναι η Ελλάδα έτοιμη να προχωρήσει στη σύσταση ενός φορέα ΗΤΑ; Ενώ φαίνεται να υπάρχει γενική ομοφωνία ως προς την αναγκαιότητα της δημιουργίας ενός τέτοιου φορέα, και όχι μόνο λόγω της μνημονιακής υποχρέωσης, οι απόψεις διίστανται σχετικά με την επάρκεια της χώρας σε πόρους, τεχνογνωσία, δομές και διαφάνεια.
Το πολύ ενδιαφέρον αυτό θέμα συζητήθηκε στο πλαίσιο στρογγυλής τράπεζας με θέμα «Είναι δυνατή η δημιουργία οργανισμού αξιολόγησης της τεχνολογίας υγείας υπό τις παρούσες συνθήκες στην Ελλάδα;», που πραγματοποιήθηκε την τρίτη ημέρα του 11ου Συνεδρίου της ΕΣΔΥ.
Ο Κώστας Αθανασάκης, Επιστημονικός Συνεργάτης, Τομέας Οικονομικών της Υγείας, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, ανέπτυξε το θέμα: «Μπορούμε να φτιάξουμε ένα “NICE” στην Ελλάδα. Θέλουμε;». Στη διάρκεια της ομιλίας του, ο κ. Κ. Αθανασάκης εξέτασε ένα-ένα τα δυνητικά εμπόδια στην ανάπτυξη διαδικασιών ΗΤΑ στην Ελλάδα, θέτοντας τα εξής ερωτήματα: α) υπάρχει επάρκεια σε πόρους (δυναμικό) για την υποδομή; β) υπάρχει επάρκεια δεξιοτήτων και γνώσεων; γ) υπάρχουν προϋποθέσεις οικονομικής βιωσιμότητας του εγχειρήματος; δ) υπάρχει οδικός χάρτης αναφορικά με το πώς πρέπει να αναπτυχθεί η ΗΤΑ; ε) υπάρχουν κατευθυντήριες οδηγίες αναφορικά με τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων; Η απάντηση του ομιλητή σε όλα τα παραπάνω ερωτήματα ήταν καταφατική, καθώς, όπως υποστήριξε βασιζόμενος σε στοιχεία ο κ. Κ. Αθανασάκης, ένα τέτοιο εγχείρημα δεν απαιτεί ιδιαίτερα πολυάριθμο προσωπικό, η χώρα διαθέτει επάρκεια ανθρώπινου δυναμικού (το οποίο θα μπορούσε να αντληθεί από ήδη υπάρχουσες δομές, όπως ο ΕΟΠΥΥ, ο ΕΟΦ, το ΕΚΑΠΤΥ, το ΙΦΕΤ κ.ά.), αλλά και άτομα με τις απαιτούμενες δεξιότητες και γνώσεις, το εγχείρημα δεν απαιτεί ιδιαίτερα μεγάλα κεφάλαια, ενώ υπάρχουν ήδη μελέτες και κατευθυντήριες οδηγίες που μπορούν να χρησιμεύσουν ως βάση.
Ο ομιλητής κατέληξε στο συμπέρασμα πως τα βασικά εμπόδια που περιγράφονται στη βιβλιογραφία είναι μάλλον εύκολο να υπερνικηθούν, ακόμα και με τις παρούσες συνθήκες στη χώρα και, συνεπώς, η συζήτηση οφείλει να προχωρήσει στο «δια ταύτα» και να εστιάσει στην ανάπτυξη συνεργασίας μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών, στο πλαίσιο των προτεραιοτήτων της χώρας. Ο κ. Κ. Αθανασάκης υπογράμμισε επίσης ότι η ΗΤΑ είναι μια διαδικασία επιθυμητή και όχι κάτι που απλά μας επιβάλλεται από τους οικονομικούς μας εταίρους. Και συνόψισε λέγοντας ότι η διαδικασία ανάπτυξης HTA στην Ελλάδα μπορεί να είναι σταδιακή και να περιλαμβάνει τη σύσταση ενός ειδικού για το σκοπό φορέα, από ήδη υπάρχουσες (και εν μέρει σχολάζουσες) δυνάμεις, με ορίζοντα ανάπτυξης την πενταετία, με ρόλο αρχικά συμβουλευτικό και μετέπειτα ρυθμιστικό και με αρχικά εργαλεία κάποιες απλούστερες προσεγγίσεις και προοδευτική σύγκλιση με το πρότυπο της MCDA.
Στη συνέχεια, στο πόντιουμ κλήθηκε ο κ. Γιώργος Παππούς, Διευθύνων Σύμβουλος Εθνικού Κέντρου Αξιολόγησης της Ποιότητας και Τεχνολογίας στην Υγεία (ΕΚΑΠΤΥ), προκειμένου να επικεντρώσει τη συζήτηση στα ιατροτεχνολογικά προϊόντα, στο πλαίσιο της ομιλίας του με θέμα «Αξιολόγηση της τεχνολογίας υγείας στον τομέα των ιατροτεχνολογικών προϊόντων. Υπάρχουσες συνθήκες και προοπτικές».
Ο κ. Γ. Παππούς επισήμανε αρχικά ορισμένες διαφορές ανάμεσα στα ιατροτεχνολογικά προϊόντα (Ι/Π) και τα φάρμακα, οι οποίες ενδέχεται να οδηγούν σε διαφορετικές απαιτήσεις όσον αφορά την αξιολόγησή τους: το γεγονός, για παράδειγμα, ότι τα περισσότερα Ι/Π είναι διαγνωστικά και, επομένως, είναι ίσως δύσκολος ο προσδιορισμός της συμβολής τους στη θεραπεία, τη δυσκολία διενέργειας τυχαιοποιημένων κλινικών μελετών (RCT), το ζήτημα της αλληλεπίδρασης μηχανήματος-χειριστή, τις απαιτήσεις για εξειδικευμένο προσωπικό και ειδικές εγκαταστάσεις, τη δυσκολία σύγκρισης με υφιστάμενες τεχνολογίες, αλλά και τη δυσκολία κοστολόγησης των Ι/Π, δεδομένων των μεγάλων διακυμάνσεων των τιμών διεθνώς και της έλλειψης σχετικών στοιχείων.
Στη συνέχεια, ο κ. Γ. Παππούς έθεσε τα τέσσερα βασικά ερωτήματα στα οποία καλείται να απαντήσει μια αξιολόγηση τεχνολογιών υγείας: α) μπορεί η τεχνολογία να λειτουργήσει; (τεχνική απόδοση και δραστικότητα), β) μπορεί η τεχνολογία να λειτουργήσει στο συγκεκριμένο περιβάλλον; (αποτελεσματικότητα), γ) θα έπρεπε να εφαρμοστεί η τεχνολογία στο συγκεκριμένο περιβάλλον; (καταλληλότητα), δ) πώς θα έπρεπε να εφαρμοστεί η τεχνολογία στο συγκεκριμένο περιβάλλον; (εφαρμογή).
Ο κ. Γ. Παππούς συνέχισε με ορισμένες συστάσεις προς τους φορείς που θα επωμιστούν το βάρος της ΗΤΑ: συνεργασία με άλλους οργανισμούς, δημιουργία ισχυρών δεσμών με τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, ανεξαρτησία και διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων ανάμεσα στους εμπλεκόμενους, ενίσχυση των ικανοτήτων των εργαζομένων, χρήση ορθών πρακτικών και διαφάνεια, εκκίνηση από μικρή κλίμακα, με σαφές κοινό και σαφές πεδίο εφαρμογής και, τέλος, προσοχή σε ζητήματα εφαρμογής.
Ο ομιλητής επισήμανε επίσης ότι απαιτείται προσοχή κατά τη μεταφορά ευρημάτων από τη μία χώρα στην άλλη, καθώς ενδέχεται να υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές ως προς τα επιδημιολογικά περιβάλλοντα, το φυσικό περιβάλλον, τους οικονομικούς πόρους, τη χρηματοδότηση, την πολιτισμική αποδοχή παρεμβάσεων, την ικανότητα συντήρησης της τεχνολογίας, την αστική και υγειονομική υποδομή, τις δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού, την κατάρτιση ή το κανονιστικό περιβάλλον.
Ο κ. Γ. Παππούς επισήμανε, τέλος, την αναγκαιότητα ύπαρξης δεδομένων για την επιτυχία της προσαρμογής των τεχνολογιών υγείας σε μια χώρα, υπογραμμίζοντας ιδιαίτερα τη σημασία της δημιουργίας ενός μητρώου ιατροτεχνολογικών προϊόντων.